Σάββατο 26 Ιουλίου 2008

Αλλιώς ωραίος


Αυτό που λέμε ο έρωτας, δεν είναι
Ο Έρωτας: ο Άγγελος με τ' ανοιχτά φτερά.

Αλλάζει όψη, μεταμορφώνεται,
Γίνεται ωραίος, αλλιώς ωραίος.

Δεν την αντέχεις την ομορφιά του.

Τα ζώα τον βλέπουν, κρύβονται
Στο δέρμα τους, σωπαίνουν τα πουλιά.

Τα σώματα σκεπάζονται τη σκιά τους.

Γίνεται αλλιώς ωραίος, φοβερά ωραίος,
Ως νάχει βγει απ' την έκλαμψη μιας πυρκαγιάς.

Δυνατός ως η θάλασσα, ως ο άνεμος.

Ισχυρός ως στήλη πυρός, ως όρος.

Μοναχικός ως ογκόλιθος, ως ακίνητος ποταμός.

Αθόρυβος ως ίσκιος πουλιού, ως χτύπος ονείρου.

Διαβρωτικός ως φλόγα, ως ποίημα, ως πυρετός.

Αναίσθητος ως λίθος, ως ξίφος γυμνό.

Άτεγκτος ως ζυγός, ζυγιάζοντας τα βάρη των ψυχών.

Γιώργος Θέμελης
από τη συλλογή Το δίχτυ των ψυχών, 1965

Πηγή: Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Με τις σκιές

β'

Τα βράδια βγαίνω με λαστιχένιες μπότες
και ρούχα της δουλειάς.
Σκαλίζω στον κήπο τους σβόλους της μνήμης,
τους φουφουλιάζω, να δεχτούν τη βροχή.

Βάρυνα εφέτος. Δε φύτεψα ούτε ένα θαύμα.
Κάτι ρίζες μονάχα,
η γλώσσα ίσα-ίσα μην ξεχαστεί.

Σταύρος Ζαφειρίου
από τη συλλογή Τα κατοικίδια, 1997

Πηγή: Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Πρόλογος Το παράδοξο του Ζήνωνα

Εξετελέσθη στις 7.06' ακριβώς σήμερα το πρωί
πλησίον της Κοινότητος Εξοχής ο Δράκος του
Σέιχ Σου, δια τα εγκλήματα τα οποία διέπραξε.
Οι εφημερίδες
Francisco de Goya : The Third of May, 1808
The execution of the defenders of Madrid


Από των τουφεκιών τις κάννες

για να φτάσουν μέχρι
το λίγο ακόμα της ζωής
έπρεπε να διανύσουνε
απόσταση έξι μέτρων
οι σφαίρες του αποσπάσματος.

Για να καλύψουν όμως τούτη
την απόσταση όφειλαν πρώτα
να διασχίσουν το μισό της∙
πιο πριν το ένα τέταρτο,
το ένα όγδοο και ούτω καθ' εξής,
πίσω στο άπειρο και το πιο πριν
του απείρου.

Γι' αυτό περιηγητή των υψιπέδων,
αν τύχει και κοιτάξεις
στη μεριά όπου φρουρεί
τα έρκη του ο χρόνος,
θα δεις τον Αριστείδη Παγκρατίδη
-δράκοντα που εξαγνίζει τους καιρούς-
στημένο ορθό και με δεμένα μάτια
να περιμένει ακόμα
να βρουν τον στόχο τους οι σφαίρες
του αποσπάσματος.
Από τον Φεβρουάριο του χίλια
εννιακόσια εξήντα οχτώ
-με αυτό το κρύο-
να περιμένει εκεί,
να περιμένει,
έχοντας μόλις βγάλει από το στόμα του
την τελευταία του κραυγή
μανούλα είμαι αθώος,
που όμως κι εκείνη,
μαζί με τις φωτιές απ' τα ρουθούνια του,
τάχα ποια απόσταση θα πρέπει να διανύσει;

Σταύρος Ζαφειρίου
από τη συλλογή Χωρικά, 2007

Δημοσιευμένο στο Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Ηλικία στο φως

















α'


Τότε απλώθηκε ο Λόγος σαν ιστός
και παγιδεύτηκε στο κέντρο του ο χρόνος,
προσμένοντας την αδηφάγο αράχνη.
Εκείνη δρασκέλισε το νεύρο του πράσινου φύλλου,
εκεί όπου διάφανο φώλιαζε το νερό,
με πόδια εμπρός και πόδια πίσω ισορροπώντας,
σέρνοντας και προσθέτοντας το βδελυρό ένδυμά της,
ξεκίνησε απ' τον ίσκιο του Λόγου,
κατεβαίνοντας στη μεριά μας,
μια κι εμείς ορίζουμε τις διαστάσεις του κόσμου
κι ο κόσμος υφαίνει το σχήμα του γύρω από εμάς,
μια κι εμείς είμαστε ο ίδιος ο χρόνος
κι ο χρόνος εκκρίνει τον χρόνο χάρη σ' εμάς.

Σταύρος Ζαφειρίου
από τη συλλογή Η άτροπος των ημερών, 1998

Δημοσιευμένο στο Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Με τα μάτια


ιδ'

Θα σου τσακίσω τα φωνήεντα ένα-ένα.
Τότε να δω (ν' ακούσω πες),
με σύμφωνα μονάχα μες στο στόμα
πώς θα ταΐζεις του έρωτά σου τις φωνές.


Σταύρος Ζαφειρίου
από τη συλλογή Τα κατοικίδια, 1997

Δημοσιευμένο στο Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Με τα μάτια

















γ'


Μέσα απ' το σπίτι μου περνάνε τα ποτάμια.
Όχι αυτά με τα νερά και το χρυσάφι,
ούτε τα άλλα που εξημερώνουν το θάνατο.

Από το σπίτι μου περνάνε τα ποτάμια
που μες στα λίγα μέτρα τους
χωρίζουνε το γέλιο σου
απ' τα στεγνά του κόσμου.

Σταύρος Ζαφειρίου
από τη συλλογή Τα κατοικίδια, 1997

Δημοσιευμένο στο Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Άνοιξη

Ο Μάρτης φέρνει παγωμένες φωτιές.
Στο άνυδρο φως με βυθίζει ένας
γερμανικός χειμώνας.

Η Άνοιξη είναι μια ορχήστρα χρωμάτων
κι εγώ ο σκοτεινός θεατής
άγνωστος μέσα στο πυκνό ψύχος,
παρατηρώντας την επιδρομή της εσπέρας
στα οροπέδια τ' ουρανού.

Η Άνοιξη είναι το αίμα των ποταμών
που ορμούν με τη μανία της νιότης μου
-ο θάνατος στην εκτυφλωτική ορμή του.

Η Άνοιξη είναι ένα εμβατήριο τίγρεων
που κομματιάζει το μυαλό μου
καθώς ανθίζει το ατσάλινο φως.

Αναστάσης Βιστωνίτης
από τη συλλογή Ανιχνευτές, 1974

Δημοσιευμένο στο Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Η ζυγαριά



















Στη μια πλάστιγγα βάλε τον ήλιο∙

βάλε τη θάλασσα∙ βάλε το τραγούδι.
Στοίβαξε όλα τα νησιά του Αιγαίου,
με τα κοχύλια των ευτυχισμένων ποιητών.
Τι άλλο μένει; Ο έρωτας. Βάλε, λοιπόν,
στην κορφή, πάνω απ' όλα, και τον έρωτα.

Όμως η πυραμίδα τούτη της χαράς
κατακόρυφα θα μπορούσε να υψωθεί,
αν στην άλλη πλάστιγγα ακουμπούσαν
ένα μικρό αντικείμενο νοσοκομείου.

Γ.Θ. Βαφόπουλος
από τη συλλογή Η μεγάλη νύχτα και το παράθυρο, 1959

Δημοσιευμένο στο Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Στον ίδιο ρυθμό

7

Ήσυχα, απλά χωρίσαμε μιαν ήρεμη απλή νύχτα.

Τ' ωχρό λειψό φεγγάρι απάνω από την κεφαλή σου
άπλωνε λάμψη εκστατική, του εξαγνισμού στεφάνι.

Όμως γυναίκα αγέρωχη, της αμαρτίας η φλόγα
πράσινη λάμψη ανάδινε απ' την κόρη των ματιών σου
κι' ο σαρκασμός σερνότανε λευκός στα ωχρά σου χείλη.

Στο σκοτεινό πλακόστρωτο τα βήματά σου ηχήσαν,
χωρίς μια τύψη μαύρη στην ψυχή σου να ξυπνήσουν.

Έτσι στερνά χωρίσαμε μιαν ήρεμη απλή νύχτα.

Γ.Θ.Βαφόπουλος
από τη συλλογή Τα ρόδα της Μυρτάλης, 1931

Πηγή: Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Παρασκευή 25 Ιουλίου 2008

Λάθος απόγευμα σε χρώμα σκούρο


















Ραγίζει μέσα μου το κόκκινο βαθιά

κοιμούμαι αργά
σε μια ζωή που δε μου μοιάζει
(και ξεχνώ)

η θύμησή σου μέσα μου απόψε χειμωνιάζει

Απ' το παράθυρο όλο μπαίνει φρέσκος πόνος
πικρίζει η Άνοιξη στο στόμα μου (θολά)
- κι εσύ ζητάς να βρεις στις άκρες του χειμώνα
κομμάτια λύπες κλάματα (πολλά) -

Βγάζω μια λέξη απ' το φθινόπωρο στο φως
για να μου μάθει
πως απ' τις λέξεις μου περνά τ' απόγευμα
κι αλλιώς διαβάζονται

τα λάθη.

Μαρία Αρχιμανδρίτου
από τη συλλογή Πορφυρό ασμάτιο, 1994

Μεγάλες λέξεις σχεδόν ονόματα















Μεγάλες λέξεις σχεδόν ονόματα

στα χέρια του τοίχου.
Πότε τις απλώνει πάνω του
πάντα προσεχτικά μη σβήσει τα ψηφία
πότε τις κρύβει στον πιο παλιό του ασβέστη
σα να του εμπιστεύτηκαν
ένα μεγάλο μυστικό, μια μαρτυρία.

Φοβάται ο τοίχος το νέο παιδί
με την κιθάρα
που έρχεται νωρίς τα μεσημέρια
κι ακουμπά πάνω του την πλάτη
χωρίς να παίζει.

Μόνο μπροστά κοιτάει τη θάλασσα
μόνο βαθιά κοιτάει τη θάλασσα.

Σαν βαρεθεί και πάψει
στο γαλάζιο ν' αγναντεύει
σαν βαρεθεί και πιάσει
να παίξει την κιθάρα
αυτό φοβάται ο τοίχος.

Σαν βαρεθεί τα εμπρός
και ξαφνικά γυρίσει
και πάνω του διαβάσει
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Ή ΘΑΝΑΤΟΣ
ή πάλι ένα τεράστιο
ΟΧΙ ή Κ.Κ.Ε.
ή Ε.Ρ.Ε. ή Ο ΛΑΜΠΡΑΚΗΣ ΖΕΙ
ή Ο ΛΑΟΣ ΚΥΒΕΡΝΑ
και πάλι ένα μεγάλο Ζ
κι ύστερα εκλογές και δίπλα
ΑΝΕΝΔΟΤΟΣ ΑΓΩΝ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ -
και πάνω σ' όλα αυτά σα μια προσπάθεια
μάταιη να τα σβήσει με μαύρα γράμματα
γραμμένο 21 ΑΠΡΙΛΙΟΥ κι αριστερά
ΚΑΤΩ Η ΧΟΥΝΤΑ και ΠΡΟΔΟΤΕΣ.

Φοβάται ο τοίχος ποια μορφή, ποιαν έννοια
θα πάρουν μέσα του αγοριού αυτές οι λέξεις.

Κι ύστερα απ' αυτές, ποιαν ερμηνεία θα 'χει
ο νέος στο τραγούδι του ποια ευθύνη.

Κώστας Κινδύνης
από τη συγκεντρωτική έκδοση
Τα ποιήματα (1971 - 1977), 2007

Σ' αποθύμησα


'Εληξες
Κι ήταν νωρίς...
Δεν πρόλαβα τα λόγια σου
Να σκαλώσω στους τοίχους
Δεν πρόλαβα τα χαμόγελά σου
Να καρφώσω στο ταβάνι
Δεν πρόλαβα δίχτυ
Να πλέξω με τα δάκρυά σου
Να παγιδέψω την ανάμνηση
Δεν πρόλαβα το θυμό σου
Να στήσω φύλακα στην πόρτα
'Εληξες
Κι ήταν νωρίς...
Δεν πρόλαβα το γέλιο σου
Να φυλάξω σαν το παλιό κρασί
Και να μεθάω
Κάθε που σ' αποθυμώ.

Άννυ Κουτροκόη
από τη συλλογή Περί ελαχίστων κρουσμάτων, 1995

Πηγή: Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Επιτύμβιον














Πέθανες - κι έγινες και συ: ο καλός,

Ο λαμπρός άνθρωπος, ο οικογενειάρχης, ο πατριώτης.
Τριάντα έξη στέφανα σε συνοδέψανε,
τρεις λόγοι αντιπροέδρων,
Εφτά ψηφίσματα για τις υπέροχες υπηρεσίες
που προσέφερες.

Α, ρε Λαυρέντη, εγώ που μόνο τόξερα τι κάθαρμα ήσουν,
Τι κάλπικος παράς, μια ολόκληρη ζωή μέσα στο ψέμα
Κοιμού εν ειρήνη, δεν θαρθώ την ησυχία σου να ταράξω.
(Εγώ, μια ολόκληρη ζωή μες στη σιωπή θα την εξαγοράσω
Πολύ ακριβά κι όχι με τίμημα το θλιβερό σου το σαρκίο).
Κοιμού εν ειρήνη. Ως ήσουν πάντα στη ζωή: o καλός ,
Ο λαμπρός άνθρωπος, ο οικογενειάρχης, ο πατριώτης.

Δε θα 'σαι ο πρώτος ούτε δα κι ο τελευταίος.

Μανόλης Αναγνωστάκης
από τη συλλογή Ο στόχος, 1970

Δηοσιευμένο στο Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Κι ήθελε ακόμη ...

Κι ήθελε ακόμη πολύ φως να ξημερώσει. Όμως εγώ
Δεν παραδέχτηκα την ήττα. Έβλεπα τώρα
Πόσα κρυμμένα τιμαλφή έπρεπε να σώσω
Πόσες φωλιές νερού να συντηρήσω μέσα στις φλόγες.
Μιλάτε, δείχνετε πληγές αλλόφρονες στους δρόμους
Τον πανικό που στραγγαλίζει την καρδιά σας σα σημαία
Καρφώσατε σ' εξώστες, με σπουδή φορτώσατε το εμπόρευμα
Η πρόγνωσις σας ασφαλής: Θα πέσει η πόλις.

Εκεί, προσεχτικά, σε μια γωνιά, μαζεύω με τάξη,
Φράζω με σύνεση το τελευταίο μου φυλάκιο
Κρεμώ κομμένα χέρια στους τοίχους, στολίζω
Με τα κομμένα κρανία τα παράθυρα, πλέκω
Με κομμένα μαλλιά το δίχτυ μου και περιμένω.

Όρθιος και μόνος σαν και πρώτα περιμένω.

Μανόλης Αναγνωστάκης
από τη συλλογή Η συνέχεια, 1954

Δημοσιευμένο στο Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Το ναυάγιο

Θα μείνω κι εγώ μαζί σας μες στη βάρκα
Ύστερα απ' το φριχτό ναυάγιο και το χαμό
Το πλοίο βουλιάζει τώρα μακριά
(Πού πήγαν οι άλλες βάρκες; ποιοι γλιτώσαν;)
Εμείς θα βρούμε κάποτε μια ξέρα
Ένα νησί ερημικό όπως στα βιβλία
Εκεί θα χτίσουμε τα σπίτια μας
Γύρω-γύρω απ' τη μεγάλη πλατεία
Και στη μέση μια εκκλησιά
Θα κρεμάσουμε μέσα τη φωτογραφία
Του καπετάνιου μας που χάθηκε - ψηλά-ψηλά -
Λίγο πιο χαμηλά του δεύτερου, πιο χαμηλά του τρίτου
Θ' αλλάξουμε τις γυναίκες μας και θα κάνουμε
πολλά παιδιά
Κι ύστερα θα καλαφατίσουμε ένα μεγάλο καράβι
Καινούριο, ολοκαίνουριο και θα το ρίξουμε στη θάλασσα

Θα 'χουμε γεράσει μα θα μας γνωρίσουνε.

Μόνο τα παιδιά μας δε θα μοιάζουνε μ' εμάς.

Μανόλης Αναγνωστάκης
από τη συλλογή Η συνέχεια 3, 1962

Δημοσιευμένο στο Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Πέντε μκρά θέματα

ΙΙΙ

Δρόμοι παλιοί που αγάπησα και μίσησα ατέλειωτα
Κάτω απ' τους ίσκιους των σπιτιών να περπατώ
Νύχτες των γυρισμών αναπότρεπτες κι η πόλη νεκρή
Την ασήμαντη παρουσία μου βρίσκω σε κάθε γωνιά

Κάμε να σ' ανταμώσω, κάποτε, φάσμα χαμένο του πόθου μου
Κι εγώ ξεχασμένος κι ατίθασος να περπατώ κρατώντας
Ακόμα μια σπίθα τρεμόσβηστη στις υγρές μου παλάμες.

(Και προχωρούσα μέσα στη νύχτα χωρίς
Να γνωρίζω κανένανε κι ούτε
Κανένας με γνώριζε.)

Μανόλης Αναγνωστάκης
από τη συλλογή Εποχές, 1945

Πηγή: Traslatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Αφιέρωση

Kasimir Malevitch, Black Cross, 1915

Για τους ερωτευμένους που παντρεύτηκαν
Για το σπίτι που χτίστηκε
Για τα παιδάκια που μεγάλωσαν
Για τα πλοία που άραξαν
Για τη μάχη που κερδήθηκε
Για τον άσωτο που επέστρεψε

Για όλα όσα τέλειωσαν χωρίς ελπίδα πια.

Μανόλης Αναγνωστάκης
από τη συλλογή Η συνέχεια 3, 1962

Πηγή: Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Οι καλύτεροι της ράτσας μας

The Outcast by Attilio Piccirilli

Οι καλύτεροι της ράτσας μας γίνονται φονιάδες
Ακολουθούν σε απόσταση ασφαλείας
οι ποιητές
οι παραμυθάδες
οι τερατολόγοι γενικώς
Μερικές χιλιάδες έτη φωτός πιο πέρα
Πλατσουρίζουν αγέλαστοι κι ανόρεχτοι
Στα στάσιμα νερά της μετριότητας
Οι όμηροι του φόβου

Γιάννης Αγγελάκας
από τη συλλογή Πώς τολμάς και νοσταλγείς, τσόγλανε; 1999
ενότητα Αποσπάσματα από ανολοκλήρωτες σκέψεις

Πηγή: Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Πέμπτη 24 Ιουλίου 2008

Ο ζωγράφος

Στο σκοτεινό δωμάτιο
ζωγραφίζει παράθυρα
έρχονται βροχές
τα σβήνουν.

Ζωγραφίζει πουλιά
φυσάει αέρας σκοτεινός
αποδημούν τα πουλιά
στον άσπρο ουρανό.

Ζωγραφίζει
κι η καταστροφή συντελείται
κι από την αρχή
πάλι αυτός
σχεδιάζει χρώματα

Νοέμβρης 1962

Πρόδρομος Μάρκογλου
από τη συλλογή Έγκλειστοι, 1962

Δημοσιευμένο στο Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Το κόκκινο τραίνο













Ξυπνώ στο βάθος της νύχτας


Καθώς το παλιό εκείνο τραίνο ορμά
Με πάταγο διασχίζει, με τριγμούς το δωμάτιο
Σφυρίζει στους παγωμένους ατμούς η ουτοπία

Κόκκινες ανεμίζουν σημαίες ασυμβίβαστες
Φεύγει πηδώ και δεν το φτάνω
Χάνονται οι προβολείς στο χιόνι
Παλιές πληγές με σφάζουν

Από το φως του δρόμου
Τέλος εισβάλλει η λογική του πραγματικού

Πρόδρομος Μάρκογλου
από τη συλλογή Ονείρων κοινοκτημοσύνη, 2002

Δημοσιευμένο στο Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Εποχή παγωμένου βαρδάρη

Wind of Change, Watercolor on watercolor paper

Εποχή δένει ανθρώπους, εποχή σκορπά συντρόφους

Βαρδάρης παγερός σαρώνει φεγγάρια
Εργοστάσια σκουπίδια και φαντάσματα
Κι εκείνος στην παλιά της φυλακής κουβέρτα
Χωρίς επιστροφή στον οργισμένο δρόμο

Γράσα αφίσες στουπιά στα χέρια
Αγοράζουν ελπίδες δεν τον γνωρίζουν
Πορνό του Βαρδάρη σεργιανάνε πουτανάδικα σκοτεινά
Εφημερίδες μασάνε στον άδειο ουρανό

Κόντρα στον παγερό αέρα
Βαδίζει διαγραμμένος χωρίς πατρίδα το παλιόσκυλο
Γεμάτος αμφιβολίες βαδίζει
Προκηρύξεις ζεσταίνουν το αδύναμο στήθος του

Εποχή δένει ανθρώπους, εποχή σκορπά συντρόφους

Φλεβάρης 1980

Πρόδρομος Μάρκογλου
από τη συλλογή Πάροδος Μοναστηρίου, 1989

Πηγή: Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Ερείπια














Το κλειστό βιβλίο

Το λυπημένο βιολί
Ο ραγισμένος άγγελος που αγρυπνεί

Πού είστε παιδικά μου χέρια
Με λησμονήσατε
Μα δεν μπορώ
Δεν έχω πια τα μάτια μου να κλάψω

Η βροχή αποκλείστηκε στον κήπο
Απ' τα κλαδιά των δέντρων κρέμονται
Καρδιές
Μικρά φώτα
Ο ήχος μιας καμπάνας
Η προσευχή

Ακόμα καπνίζουν
Των ημερών τα ερείπια

Τάκης Βαρβιτσιώτης
από τη συλλογή Φύλλα ύπνου, 1949

Δημοσιευμένο στο Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Ο χειμώνας περίλαμπρος

Ο χειμώνας περίλαμπρος
Απλώνεται εδώ χάμου
Σαν ένα σώμα που ξεχειλίζει από άστρα
Σα μια λάμπα που φωτίζει
Ολοσκότεινους δρόμους όπου γυαλίζουν
Αποτυπώματα παγωμένα

Όλα κρυστάλλινα λαμποκοπούν
Όλα περίτρομα φτερουγίζουν
Κι απομένει πάνω στους ώμους μας
Ένας μανδύας από χιόνι
Κι απομένει πάνω στα χείλη μας
Μια λάμψη φιλντισένια

Τάκης Βαρβιτσιώτης
από τη συλλογή Όμως το χιόνι πάντα μένει, 2002

Πηγή: Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Λέξεις απλές

Λέξεις απλές όπως η φτέρη
Λέξεις εβένινες ή συντεφένιες
Λέξεις ταπεινές
Κοπέλες όμορφες
Που υφαίνουν τις αναμνήσεις μας
Λέξεις που λάμπουν
Κονιορτός από άστρα
Αλληλουχία μαγική
Λέξεις μεταμορφωμένες
Σε πανάρχαιη μουσική

Τάκης Βαρβιτσιώτης
από τη συλλογή Άτριον, 2000

Πηγή: Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Κάθε μου λέξη ...

















Κάθε μου λέξη πια δεν είναι

Παρά μια σκιά της ομορφιάς σου
Και στη φωνή σου παραμονεύουν
Πολύ παράξενες συλλαβές
Ήχοι βιολιού που μαγνητίζουν

Κι όταν η κόμη σου μεταμορφώνεται σε μια
Νεροποντή από μαύρους κρίνους
Κι από φθόγγους ερωτικούς
Κανένα φθινόπωρο δεν αναδίνει
Τόσους ατμούς μεθυστικούς

Τάκης Βαρβιτσιώτης
από τη συλλογή Μικρά ερωτικά εγκώμια, 2002

Δημοσιευμένο στο Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης
ενότητα Με τον αστερισμό του Ωρίωνα

Αντικατοπτρισμοί

Υπάρχει ακόμα μια γη...
Κάπου αλλού, ίσως πολύ μακριά
Όπου και εκεί εξίσου, υπάρχει θάλασσα
ποτάμια και βουνά
Μια γη, όπου ο ήλιος φέρνει το ξημέρωμα
και το φεγγάρι αλυχτάει στην εκκωφαντική
σιωπή της νύχτας
Υπάρχει ακόμα μια γη...
Όπου ίσως εκεί τα μάτια δεν μένουν γυμνά
Και οι σκέψεις δεν είναι απλώς
μια πληροφορία μεταξύ άλλων...
Μια γη, όπου η αβεβαιότητα,
δεν είναι προϋπόθεση ύπαρξης
και οι ποιητές, κοιμούνται ήσυχοι
μέσα στο μπλε των ποιημάτων τους.
Υπάρχει μία γη, όπου τα όνειρα
δεν είναι εγκλωβισμένα στη σκιά του ύπνου
Και οι άνθρωποι πάντα στέκονται στην ίδια θέση
Σαν απολιθωμένα ταξίδια, γυρεύοντας
μια καλύτερη γη...!

Γιώργος Αλισάνογλου
από τη συλλογή Άηχες κραυγές, 2001

Δημοσιευμένο στο Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Μαλατένια βροχή

Photograph by Ariel Skelley - Getty Images

Ο δρόμος δε μιλά

δεν ταξιδεύει

Στη στάσιμη ώρα
αγαπώ τα παιδιά
με μάτια από καθρέφτες

Σταλαματιές ενός άστρου
στο Βορρά
στο Νοτιά

Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
από τη συγκεντρωτική έκδοση Ο δύσκολος θάνατος, 1985
ενότητα Αισθηματική ηλικία, 1946-1949

Κι αν μου ρημάξατε το γήπεδο

Κι αν μου ρημάξατε το γήπεδο η καρδιά μου είναι
κόκκινο τούβλο και υλικό για οικοδομές
σα φυσαρμόνικα μέσα στην κατεδάφιση

Κι αν τσουρουφλίζεται στον ήλιο αυτός ο κάμπος
θα γίνω δροσερός καρπός λουλούδι απόβραδο
βλασταίνοντας τα παιδικά σου μάτια

Κι αν βρέχει στο μικρό σταθμό θα σέρνω
τη μουσική σου μέσα στα χαλάσματα
σαν ξοδεμένο φως στον νεροχύτη

Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
από τη συγκεντρωτική έκδοση Ο δύσκολος θάνατος, 1985
ενότητα Ποιήματα για ένα καλοκαίρι, 1960-1962

Αεροδρόμιο Μίκρας


Ομίχλη κατεβαίνει με τ' απόγευμα κι ο δρόμος
χαρακώνει το φως κομματιαστά γυρνώντας
μέσα στο άλλο φέγγος, σαν ξεγύμνωμα
σ' έναν απαίσιο αδυσώπητο βιασμό

Τότε λάμπουν για μάς οι προβολείς, λάμπουν για σένα
ανάβουνε οι δυνατοί φακοί κι όλα φωτίζουν
το στόμα, τα μαλλιά, το νυχτωμένο σώμα∙
έτσι φέγγει βαθιά στον ουρανό η αγάπη μας
θρυμματισμένη μουσική στον αερολιμένα, φέγγει
για τη στιγμή που η φλόγα θα εγγίσει
γλείφοντας το δοσμένο χέρι, κι όμως τρέμει
σαν ανοιχτή πληγή στη μουσκεμένη ώρα

Ομίχλη κατεβαίνει με τ' απόγευμα
μες στο μισόφωτο αλλάζουν όλα όψη, εξωραΐζονται
και ντύνονται το άλλο φως, το πιο δικό μας

Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
από τη συγκεντρωτική έκδοση Ο δύσκολος θάνατος, 1985
ενότητα Ο θάνατος του Μύρωνα, 1954-1959

Η ποίηση δεν μας αλλάζει

Η ποίηση δε μας αλλάζει τη ζωή
το ίδιο σφίξιμο, ο κόμπος της βροχής
η καταχνιά της πόλης σα βραδιάζει

Δε σταματά τη σήψη που προχώρησε
δε θεραπεύει τα παλιά μας λάθη

Η ποίηση καθυστερεί τη μεταμόρφωση
κάνει πιο δύσκολη την καθημερινή μας πράξη

Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
από τη συγκεντρωτική έκδοσγη Ο δύσκολος θάνατος, 1985
ενότητα Νοσοκομείο εκστρατείας, 1964-1968

Γήπεδο στο Κιέρι


Όσοι στεγάστηκαν στη μεθυσμένη μου ψυχή καθώς γυρεύαν
σπίτι μοναχικό, οικόπεδο απερίφραχτο ή δρόμο
χορταριασμένο σ' εργατούπολη, απόψε θα με βρούνε
σα να ξεχάστηκα μες στο μεγάλο γήπεδο. Τώρα
που βρέχει με το απόβραδο κι η πόλη χαλαρώνει
τους αργαλειούς, το γήπεδο αθόρυβα απλώνει
μια θάλασσα ψαλιδισμένη, την πρασιά του. Χώμα και ήχοι
απάτητοι χωνεύουν τη βροχή. Όλα γυρίζουν
εκεί που δεν αρχίνησαν ποτέ, μες στην αγάπη

Κάποτε το φαντάζομαι το γήπεδο στο Κιέρι
να γίνεται μια πρώιμα θαμμένη αρετή κι η αποθέωση
της καλαθόσφαιρας απ' τις κερκίδες ως τους παίκτες
να στύβεται στο σούρουπο καθώς όλα γυρίζουν
εκεί που δεν αρχίνησαν ποτέ, μες στην αγάπη

Είναι ένα γήπεδο που βρέχεται και με στεγάζει

Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
από τη συγκεντρωτική έκδοση Ο δύσκολος θάνατος, 1985
ενότητα Ο θάνατος του Μύρωνα, 1954-1959

Τι να ζητά η νύχτα ...

Night train by Kent Whitaker

Τι
να ζητά η νύχτα

που την ψυχή απομακρύνει
ακούσια από το σώμα της;
Τι μένει δεμένο, διαδρομή
και δέλεαρ, παγίδα της πανσελήνου;

Το σπίτι και η σκιά του
καράβι φτερωτό,
τσαμπιά σταφύλια τα πανιά του.

Σεντόνι κυπριακό,
άσπρο φόντο, απ' την ανάποδη
γύρνα τον κόσμο, τον χορό,
τ' αστέρια κάτω, λακόχρωμες
ανταύγειες του καλύμματος.
Η θάλασσα
πάνω, και κάτω κάτω άγκυρες
οι ουρανοί. Σκιά ο κλώνος,
το τσαμπί, σκιά τ' ανεστραμμένα
ανθρωπάκια, σκιά η ψυχή, είμασταν
νέοι κάποτε∙ στα χέρια των κοινών
θνητών
τα δύο άκρα αγγίζονται∙
σεντόνι καθαρό στο καθαρό κρεββάτι.

Το τέλος όσο μακρόσυρτο
τόσο βαρειά η ψυχή του.

Ρούλα Αλαβέρα
από τη συλλογή Έξη ελληνικά κεντήματα
για την Αμαλία Μεγαπάνου, 1998

Πηγή: Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Η πόλη που ζω


Αυτή η πολιτεία καλλιεργεί τη μοναξιά μου
Επιβάλλει το βήμα μου να' ναι πίσω
Εξαναγκάζει την καρδιά
Αυτή η πόλη γίνεται χώρα μοναδική
με τα καλντερίμια, τις γραμμές των τραμ
τους στρατιώτες της στα φυλάκια
Αυτή η χώρα μου μ' εξαγοράζει

Κρύβομαι ανάμεσα σε σοκάκια
Λένε πως η μοναξιά
ζει με τους πεθαμένους
πως τα σπίτια που περιτριγυρίζονται
με κάγκελα, είναι σπίτια νεκρών.
Όνειρα με φωταγωγημένες εκκλησίες
και φρούτα παράκαιρα.
Τα πόδια εξακολουθούν να βαδίζουν.

Ρούλα Αλαβέρα
από τη συλλογή Πέρασμα 1964, 1966

Δημοσιευμένο στο Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Mία λύπη

Μία λύπη στα μάτια σου λιμνάζει,
όπως η υγρασία της βροχής
τον ουρανό διαπερνάει, σαν πέλαγος απέραντη
ηλεκτρισμένη και παγερή.
Κυκλοφορεί ανάμεσα στις λέξεις σου
που απορούν μέσα στο ποίημα.

Μελίτα Τόκα - Καραχάλιου
από τη συλλογή Ανάφλεξη στιγμών, 2004

Πηγή: Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Στυμφαλίδες όρνιθες


Λάθος. Λάθος. Λάθος.
Λάθος και πάλι λάθος.
Δεν είναι αυτός
που μας εξόντωσε.
Εσείς αποξηράνατε τα παραμύθια σας.

Απόστολος Λυκεσάς
από τη συλλογή Στυμφαλίδες όρνιθες, 2003

Πηγή, Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Τετάρτη 23 Ιουλίου 2008

κόσμος παράξενος

Wassily Kandinsky, Murnau Street with Women, 1908

και μαγικός, ανεξιχνίαστος. μέσα στο πράσινο

και το βαθύ γαλάζιο του, μέσα στο κόκκινο που
κάποτε τον γέννησε και τον φωτίζει. να το που
ξεπροβάλλει ντυμένο την ομίχλη τ' όνειρο, να
τη που αναδύεται μοσχοβολώντας φρέσκο χώμα
η απουσία. κι ο άνεμος με μυστικές φωνές και
ξεχασμένες. κόσμος παράξενος και μαγικός,
ανεξιχνίαστος στο φως και το σκοτάδι του.
κόσμος εκστατικός, στο ελάχιστό του απέραντος.

Τόλης Νικηφόρου
δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Πανδώρα,
τεύχ. 20, 5-11.2007

Για το αδικαίωτο

Σαν σώμα το εικοσιτετράωρό μου συσπάται. Σαν κάτω από χιλιάδες βαττ σε εικοσιτετράωρη βάση το σώμα μου φρίττει.
Ούτε εννοείς τον αόριστό μου, που είναι για μια φορά και δεν επαναλαμβάνεται ούτε, το μη θρασύ της φύσεώς μου γνωρίζοντας, αναλαμβάνεις τα φερσίματα των καιρών και λοιπά της επιβιώσεως. Συνηθίζεται, δηλώνεις πλατυποδία, απαλλάσσεσαι, αλλού ο κατεργάρης αλλού ο πάγκος του.
Η μνήμη να παραπέμπει στο μνήμα, καθένας και το φτυάρι του.

Αγάπα με, όλη νύχτα έκλαψα, όλη μέρα δεν είχα δικαιολογία σαν παιδί που το μεγαλώνει ξένη μάνα.
Σαν σκυλί στο εμπορικό κέντρο της πόλης, δεν ανήκα.

Γιολάντα Πέγκλη
από τη συλλογή Της γλυκειάς πατρίδας
και Εκλογή ποιημάτων, 1996

Aυτόματος πιλότος για ορίζοντες

Κακή ρητορική έτοιμες σκέψεις, διευκολύνσεις για τους συλλέκτες συγκινήσεων περιορισμένης ευθύνης. Με γεια σου με χαρά σου. Εγώ αφήνω να τιναχτούν οι φυσαλίδες μου με το πώμα, κακήν κακώς να σκορπιστούν τα υπόλοιπα στο πάτωμα. Μια μέρα θα στο μηνύσω, αυτά τα υπόλοιπα τ' ανάθρεψα με τα κρύσταλλα. Έως ότου τα τζάμια έσπασαν απ' τα φιλιά, κάποτε μένεις άναυδος μπροστά σε τόση προδοσία.

Να με βρίσκεις λοιπόν σ' εκείνο το δεν πάει άλλο. Στην οδοντόπαστα που ζουλάς ενώ έχει ξεραθεί να επιμένεις. Έρποντας στη ράχη μου ο ζωστήρας, είναι ο τρόπος σου, το έχω μάθει. Κυρίως που δεν προσαρμόζω τη θέα στη μυωπία μου.
Κι αν δε γεμίσεις τον κουβά νερό πώς να πιάσεις το φεγγάρι.

Γιολάντα Πέγκλη
από τη συλλογή Της γλυκειάς πατρίδας
και Εκλογή ποιημάτων, 1996

Σ' όλα τα παραμύθια το μαρμαρωμένο με το ίδιο φιλί ζωντανεύει

Να σκέφτεσαι την αιωνιότητα και να χτυπάει το ξυπνητήρι, ε, πάει πολύ. Ταλαντεύομαι, να πέσω απ' το παράθυρο ή να εντάξω στις νευρωτικές του βίδες συνεχόμενους χώρους και νερό που ήδη βράζει για τον καφέ μου.

Πατρίδα χτισμένη τόσο στα δυτικά μου ώστε να μένει απ' έξω η μισή μου μεριά και το τέλος κάθε μου φράσης, κάλτσες τρύπιες απ' τα σφυρίγματα του τραίνου κι ακόμη να ονειρεύομαι, έρχεται η πλατεία ανάμεσα αντίχειρα και δείκτη γίνεται σοκάκι.
Ούτε ξέρω τι κόσμο μου προτείνεις όταν τον αποστεώνεις απ' τα επόμενα τεύχη μου.
Φυλάω τις δικές μου σκηνοθεσίες όσο παραθέτεις δωμάτια δωμάτια δωμάτια ξενοδοχείων.
Ανάμεσα στα δόντια φυλάω μια περίσταση, είτε τ' αρπακτικό πουλί δεν είναι εξαίρεση στα πουλιά είτε τελευταία σειρά, τέταρτη στη σχολική φωτογραφία.

Θα πεις, τι το σπουδαίο.
Ναι, δεν είναι σπουδαίο. Αλλ' έχω μόνον αυτό.

Γιολάντα Πέγκλη
από τη συλλογή Της γλυκειάς πατρίδας
και Εκλογή ποιημάτων, 1996

Ο ανοιχτός λογαριασμός

Το νου σου, διαχειριστή των ονείρων μου,
είναι σε κατάκλειστο τόπο που μαθαίνω εγώ
για γεωγραφίες και ουρανούς
και που κατηγορούμαι επί αλητεία.
Κι η πιο μικρή χαραμάδα καμμιά φορά
ισοδυναμεί με χίλιες πόρτες.
Αυτό με κάνει και παραμένω διανυκτερεύουσα
πες, ένας κυκλικός καρπός.
Μια φλούδα μου
έτσι σε τύχω μπροστά μου
και πας, κακομοίρη μου.

Γιολάντα Πέγκλη
από τη συλλογή Όμορφος κόσμος, 1984

Ε, νοικοκυραίοι !

Και κουκουλώνω κάτω απ' το παλτό μου
το σκυλί μου
και τρέχω πιο μακριά απ' όλα τα κονσερβοκούτια
τις πίσσες της ακρογιαλιάς
υπομάλης οι τέσσερις τόμοι
του τηλεφωνικού καταλόγου
ένα ξυραφάκι στη χούφτα
να σκαλίζω πάνω στις αισχρολογίες μαργαρίτες
όσο περιμένω στο ακουστικό μου

ανάγκη η ανευλάβεια της κάθετης κίνησης
να εισαχθεί στη διδακτέα ύλη
δοξαστικό των φάρων

το σάλιο στο στόμα μου στέγνωσε
στέγνωσε και το μπικ μου

πόρτα δημοτικού που σχόλασε
ξεσχίζεται το στήθος μου
εν όψει μιας εσωτερικής αιμορραγίας
δεν έχω με τι να καπλαντίσω τα σωθικά μου.

Γιολάντα Πέγκλη
από τη συλλογή Όμορφος κόσμος, 1984

Τρίτη 22 Ιουλίου 2008

Χλόη Κουτσουμπέλη

Με το αδημοσίευτο αυτό ποίημα ολοκληρώνεται η ανθολόγησή της.

Η Χλόη Κουτσουμπέλη γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1962. Σπούδασε νομικά και εργάστηκε επί 18 χρόνια στην τράπεζα. Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές Σχέσεις σιωπής, 1984, Η νύχτα είναι μια φάλαινα, 1990, Η αποχώρηση της Λαίδης Κάπα, 2004, και Η λίμνη, ο κήπος και η απώλεια, 2006, καθώς και το μυθιστόρημα Ψιθυριστά, 2002. Έχει επίσης γράψει θεατρικά έργα και βιβλία για παιδιά.

Έχω τονίσει κάπου ότι, αν με ρωτούσαν τι είναι ποίηση, θα τους έλεγα να διαβάσουν τα ποιήματα Αρχαίο κόσμημα, Χρόνος, Ροτόντα και μερικά ακόμη. Η μεγάλη δύναμη της Χλόης βρίσκεται στα σύντομα αυτά ποιήματα, στις πυκνές, πρωτότυπες, κρυστάλλινης διαύγειας και εκθαμβωτικής γοητείας συλλήψεις της. Η Χλόη παλεύει με τα παιδικά της τραύματα, με τα φαντάσματα της, με την αίσθηση της ματαιότητας και του θανάτου, με την ίδια την ουτοπία που ονειρεύεται και που είναι για πάντα απαγορευμένη. Παλεύει με πόνο, με πάθος, με μια καταλυτική ερωτική έκσταση.

Η Χλόη Κουτσουμπέλη φέρει την αδιάψευστη σφραγίδα της δωρεάς. Είναι το αυθεντικότερο ποιητικό ταλέντο που έχω γνωρίσει στη ζωή μου.

Παρτίδα σκάκι











Καθίσαμε απέναντι.

Τα δικά μου πιόνια ήταν σύννεφα.
Τα δικά του σίδερο και αίμα.
Αυτός είχε τα μαύρα.
Σκληροί, γυαλιστεροί οι πύργοι του
επιτέθηκαν με ορμή
ενώ η βασίλισσά μου ξεντυνόταν στο σκοτάδι.
Ήταν καλός αντίπαλος,
προέβλεπε κάθε μου κίνηση
πριν καλά καλά ακόμα την σκεφτώ,
κι εγώ παρ' όλα αυτά την έκανα,
με την ήρεμη εγκατάλειψη αυτού
που βαδίζει στο χαμό του.
Ίσως τελικά να με γοήτευε
το πόσο γρήγορα εξόντωσε τους στρατιώτες μου,
τους αξιωματικούς, τους πύργους, τα οχυρά,
τις γέφυρες, τον βασιλιά τον ίδιο
πόσο εύκολα διαπέρασε, εισχώρησε και άλωσε
βασίλεια ολόκληρα αρχαίας σιωπής
και πως τελικά αιχμαλώτισε εκείνη τη μικρή βασίλισσα
από νεραϊδοκλωστή
που τόσο της άρεσε να διαφεύγει
με πειρατικά καράβια
στις χώρες του ποτέ.

Ναι, ομολογώ ότι γνώριζα από πριν πως θα νικήσει.
Άλλωστε, γι' αυτό έπαιξα μαζί του.
Γιατί, έστω και μια φορά, μες στη ζωή,
αξίζει κανείς να παίξει για να χάσει.

Χλόη Κουτσουμπέλη, Ανέκδοτο ποίημα (2007)

Δημοσιεύτηκε στο Translatum, Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης

Δευτέρα 21 Ιουλίου 2008

τα μυστικά φωνήεντα

Wassily Kandinski - Composition VIII - 1923

αν είναι να χαθούμε για πάντα στο σκοτάδι,
τότε γιατί ανοίγει μέρα και νύχτα ο ουρανός.
γιατί η ψυχή μας δειλά προφέρει τα μυστικά
φωνήεντα, γιατί αλάνθαστα γνωρίζει την
πατρίδα. αν είναι να χαθούμε για πάντα στο
σκοτάδι, γιατί ο δρόμος με τα χίλια αινίγματα,
η μουσική, τα χρώματα, η ποίηση γιατί. αν
είναι να χαθούμε για πάντα στο σκοτάδι,
τότε γιατί μας δόθηκε το φως

Τόλης Νικηφόρου
από τη συλλογή Γαλάζιο βαθύ σαν αντίο, 1999

Μυρτώ Αναγνωστοπούλου

Στο σημείο αυτό ολοκληρώνεται η ανθολόγηση της ποιητικής εργασίας της.

Η Μυρτώ Αναγνωστοπούλου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1944 και ανήκει στην τρίτη μεταπολεμική ποιητική γενιά, ή γενιά του "70, ή «γενιά της αμφισβήτησης». Σπούδασε ξένες γλώσσες και δημοσίευσε τις συλλογές Βαθμίδες, 1973, Τώρα που ..., 1975, Πειρατικός σταθμός, 1979, Κυκλικά, 1982, Το ζώο που κρύβω, 1988, Το χρονικό των υποδόριων γεγονότων, 1995. Μετέφρασε επίσης ξένους ποιητές και πεζογράφους.

Η Μυρτώ Αναγνωστοπούλου εκπροσωπεί μια γενιά γυναικών στη μετάβαση από την καταπίεση προς την απελευθέρωση. Εκπροσωπεί τον δημιουργικό άνθρωπο που δεν συμβιβάζεται με τον ρόλο του οικιακού είλωτα, τον γνήσιο ποιητή που απεχθάνεται την κάθε επιβολή και την κάθε είδους εξουσία. Τόλμησε να διεκδικήσει την αξιοπρέπειά της και κατέβαλε το πλήρες τίμημα γι' αυτόν της τον αγώνα. Επιπλέον, είναι μια ποιήτρια που της δόθηκε η χάρη να μιλήσει απλά. Να μιλήσει με αμεσότητα και σπάνια πρωτοτυπία. Το αιρετικό παραμύθι της ζωής της την κατατάσσει, κατά τη γνώμη μου, ανάμεσα στους πιο σημαντικούς ερωτικούς ποιητές της χώρας μας.

ήρθε η ώρα

Resign to fate, bronze. By Rita Esderts

ήρθε η ώρα να τολμήσω
όσα δεν πρόφτασα με την αιδώ
όσα δεν άντεχε
το ερωτευμένο σώμα
που αδηφάγα έπαιρνε
και απαγόρευε
ήρθε η ώρα να γίνω πλήθος
και λήθη
και λυγμός
χωρίς την πολυτέλεια
του λάθους

Μυρτώ Αναγνωστοπούλου
από την αδημοσίευτη συλλογή Τόσα χρόνια στη θάλασσα

θέλω


θέλω

μια ζεστή κουβέρτα
αντί γι' αυτό το ποίημα
που ξετυλίγεται με ύποπτα κρόσσια
σκαλώνοντας σε κάθε αγκάθι βρύση ή καρφί
ένα σοβαρό μονόχρωμο σκέπασμα
αδιαφανές
κι αδιάφορο στις αχτίδες της μνήμης

Μυρτώ Αναγνωστοπούλου
από την αδημοσίευτη συλλογή Τόσα χρόνια στη θάλασσα

Ποίηση


Κι αυτό οδύνη λέγεται
απρόσμενη φωνή
Να σκάβεις
να φανερωθεί
η ακέραια
μέσα όψη

Μυρτώ Αναγνωστοπούλου
από τη συλλογή Το χρονικό των υποδόριων
γεγονότων, 1995

Επιβίωση


Με ορέγεται ο θάνατος
και του αρνούμαι
Σήμερα
Αύριο
Μνήμα της άνοιξης
μου άφησες κληρονομιά έναν δεσμό
ανελέητα απλό
με τη ζωή

Μυρτώ Αναγνωστοπούλου
από τη συλλογή Το χρονικό των υποδόριων
γεγονότων, 1995

Το χρονικό των υποδόριων γεγονότων

Fall for Dance 2006 - Bridgman/Packer Dance - Under the Skin
Alonzo King's Lines Ballet, The Martha Graham Dance Company
The New York City Ballet

Δεν καταλάβαινε το σώμα του
τη σημασία των χεριών του
Ένας τριγωνικός λογισμός τον βασάνιζε
σαν τυχερό παιχνίδι, τον έπνιγε τη νύχτα
η εκπνοή των χαρτιών του.

Όσα είχε αγαπήσει μυρμηγκιάζανε
σε μια οξεία γωνία
Δεν τον χωρούσε το ποίημα, έφευγε
σε δάση δισταγμών

Όμως τα όνειρα πουθενά δεν είναι ανώδυνα και
δεν μπορείς να ιστορείς
με συριγμούς και με νοήματα
εκείνες τις ανταλλαγές πυρών στο πεδίο
της σάρκας σου
τις μυστικές απώλειες του εχθρού
που εχθρός δεν ήταν
και ν' αναιρείς
το χρονικό των υποδόριων γεγονότων

Μυρτώ Αναγνωστοπούλου
από τη συλλογή Το χρονικό των υποδόριων
γεγονότων, 1995

αποστολή

Bird flying - hand art by Guido Daniele

και τώρα καληνύχτα
έπλυνα τα πιατικά
τα ρούχα
τα καχεκτικά μου όνειρα
καιρός να κοιμηθώ
κι αν τα χέρια μου

ξεφύγουν
μες στη νύχτα και γίνουνε πουλιά
μη φοβηθείτε
αύριο πάλι θα προσγειωθούν
πάνω στην παστρική κρούστα

που τόσο σοφά διαφημίζετε

Μυρτώ Αναγνωστοπούλου
από τη συλλογή Το ζώο που κρύβω
και άλλα πλάσματα, 1988