Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πουλημενάκου Τζούλια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πουλημενάκου Τζούλια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 3 Σεπτεμβρίου 2020

Αντίκλεια μ'


 

«Μπήκαν κι εκείνοι δίχως άργητα και στα ζυγά καθίσαν.

Σπρωγμένο απ’ τα κουπιά μας το άρμενο, μετά από πρίμο αγέρι

καλοδεχούμενο, κατέβαινε του Ωκεανού το ρέμα.»

Όμηρος, Οδύσσεια, λ, 638-640

 

 

μ΄

 

Σα θεία λάμψη η αλήθεια

ήρθε επιτέλους

και φώτισε την ψυχή μου!

Οι κραυγές έγιναν ήχοι σιωπής

ψίθυροι αγάπης,

γαλήνης και ευτυχίας!

 

Κι έτσι,

όπως εσύ ο Οδυσσέας,

ο ένδοξος γιος μου,

μετά το πολύπονο ταξίδι σου

αναζητώντας τον εσώτερο εαυτό σου

θα καταφέρεις να φτάσεις στην πατρίδα σου,

τη δική σου Ιθάκη,

έτσι όλοι μας,

πλάνητες

στα πελάγη του ανέγνωρου

και του επίπονου της ζωής,

θα ανακαλύψουμε επιτέλους

την αγάπη και την ειρήνη!

 

Μετά την κατάβαση στον σκοτεινό τον Άδη

- στα κρυφά δώματα του εαυτού μας -

θα είμαστε έτοιμοι πια

να φτάσουμε στο φως της δικής μας Ιθάκης:

στη λύτρωση της ψυχής μας...

 

Για σένα, γιε μου λατρευτέ

μονάκριβέ μου Οδυσσέα

ύμνο και συνάμα προσευχή

στον Ουρανό θα πέμψω,

δοξασμένε βασιλιά της Ιθάκης

κλέος των ποιητών

 

              σπλάχνο από τα σπλάχνα μου!!!      

 

Τζούλια Πουλημενάκου

από τον ποιητικό μονόλογο Αντίκλεια, 2020

 

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΗ: Οι στίχοι στην κορυφή τής κάθε ενότητας είναι σε έμμετρη μετάφραση της «Οδύσσειας» του Ομήρου από τους Ν.Καζαντζάκη και Ι.Κακριδή, Βιβλιοπωλείο της «Εστίας», Αθήνα 1986

 

 

 

 

Αντίκλεια ζ'


 

«Μόνο ο καημός για σε κι η ορμήνια σου και τα καλά σου λόγια

που μου ‘χαν λείψει, τη μελόγλυκια ζωή μου θανατώσαν»

Όμηρος, Οδύσσεια, λ, 202-203

 

 

ζ΄

 

Κι αίφνης μ’ αντίκρισες

μ’ έντονη απορία,

πώς βρέθηκα εγώ,

η μητέρα σου, εδώ·

μια ψυχή τυρρανισμένη

ανάμεσα σε άλλες νεκρικές ψυχές·

φαντάστηκες ότι η μοίρα

με χτύπησε με κάποια

αγιάτρευτη αρρώστια

ή τάχα τα λυτρωτικά βέλη της Άρτεμης

μ’ έφεραν στον Άδη.

 

Μα τι χρεία είχα από τα βέλη

της ξακουστής τοξεύτρας του Ολύμπου,

σαν άλλα, πιο ιοβόλα

- εκείνα της δικής σου απουσίας -

κάθε στιγμή καρφώνονταν στην καρδιά μου!

 

Αναζητώντας εσένα,

εσένα γιε μου μονάκριβε

στο πέλαγος της λύτρωσης

για τον άδικο χαμό σου...

Έτσι αλήθεια πίστευα ότι πνίγηκες

στις μανιασμένες κοσμοθάλασσες·

κι έτσι, γιε μου,

Διογέννητε,

ένδοξε Οδυσσέα μου,

σπλάχνο από τα σπλάχνα μου,

απ’ τον πόθο και τη σκέψη μου για σένα,

τον δικό σου τον καημό δεν άντεξα

κι έδωσα τέλος στην άμοιρη ζωή μου.

 

Τζούλια Πουλημενάκου

από τον ποιητικό μονόλογο Αντίκλεια, 2020

 

Αντίκλεια δ'


«Κι ήρθε η ψυχή της δόλιας μάνας μου μπροστά μου, της Αντίκλειας,

της κόρης του αντρειωμένου Αυτόλυκου, που εγώ την είχα αφήσει

να ζει, στην άγια Τροία σα μίσευα, και τώρα έχει πεθάνει.»

Όμηρος, Οδύσσεια,λ, 84-86

 

δ΄

 

Η ψυχή έξω από το νεκρό μου σώμα                                                      

καταμεσίς του ωκεανού

βυθίζεται στ’ απόκοσμα,

αδιάβατα ποτάμια

δίχως τον χρόνο μάρτυρα

να συντροφεύει τη θλίψη μου

δίχως πυξίδα οδηγό να με γυρίσει

στα πρότερα, ευτυχισμένα χρόνια

δίχως την πάτρια, τη λατρεμένη γη

στις ρίζες της να βαδίσω

καρτερώντας τον ευλογημένο γυρισμό σου

γιε μου λατρευτέ Οδυσσέα,

Διογέννητε,

σπλάχνο από τα σπλάχνα μου!

 

Εδώ, ναι εδώ

στο θλιμμένο πέλαγος

στο σκότος του μαύρου ωκεανού

στις εσχατιές του Άδη

δίχως το φως του ήλιου

στην αθέατη διάσταση της συνείδησης

η ανάγκη σου για θυσία και προσφορά

απελευθερώθηκε,

ενώθηκαν οι ζωντανοί με τους πεθαμένους

με αίμα αθάνατο...

 

Έγινες γέφυρα και μετέφερες

τον ήλιο, εδώ,

εδώ στις παρυφές

του σκοτεινού τού Άδη

θέλοντας ν’ ανταμώσεις

του μάντη Τειρεσία την ψυχή,

με προτροπή της Αιαίας Κίρκης

που θα σου αποκάλυπτε

τον μυστικό χρησμό

για την επιστροφή σου στην πατρίδα,

την ποθεινή Ιθάκη...

 

 Τζούλια Πουλημενάκου

από τον ποιητικό μονόλογο Αντίκλεια, 2020