Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παπαδίτσας Δ. Π.. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παπαδίτσας Δ. Π.. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 11 Νοεμβρίου 2009

Χαμηλοφώνως


Διότι είσαι το πρώτο εφετινό χελιδόνι που μπήκε απ’ το φεγγίτη
έκαμε τρεις γύρους στο ταβάνι και ήσουν κατόπι όλα μαζί
τα χελιδόνια.
Διότι είσαι μια μεριά ήρεμη της θάλασσας όπου το κύμα
Κόβει κομμάτια το φεγγάρι και το ρίχνει στην ψιλή άμμο
Διότι τα χέρια μου είναι άδεια σαν καρύδια που η ψίχα τους

φαγώθηκε από παράσιτα
Και σύ τα γέμισες με τα μαλλιά σου και το μέτωπό σου
Διότι στα μαλλιά σου περνώ τα δάχτυλά μου

όπως περνάει ο αγέρας από φύλλα κυπαρισσιού
Διότι είμαι ένα σπίτι εξοχικό κι έρχεσαι μόνη το καλοκαίρι

και κοιμάσαι
Και ξυπνάς πότε-πότε τα μεσάνυχτα ανάβεις τη λάμπα και θυμάσαι
Διότι θυμάσαι
Γι’ αυτό σ’ αγαπώ κι ανάμεσα στα τελευταία πουλιά είμαστε μαζί
Κι απέναντί μας η θάλασσα φθείρεται ν’ ανεβοκατεβαίνει τα δέντρα
Όπως πηγαίναμε σε μια κατηφοριά της Βάρκιζας
Κι ένα γύρω οι χρωματιστές πέτρες μάς ακολουθούσαν
Γιατί όταν σκύβω πάνω από πηγάδια βλέπω την επιφάνεια

του νερού και λέω: να το ριζικό κι η ματιά της
Γιατί βλέπαμε μαζί τρεις τσιγγάνες κίτρινες τυλιγμένες

απ’ το κόκκινο – σαν τα μάτια του μπεκρή – λυκόφως
Και είπαμε να το ριζικό να οι αγάπες βγήκαν στους δρόμους

για τον επιούσιο

Γιατί βλέπαμε μαζί τις τρεις τσιγγάνες
Να ‘ρχονται και να χάνονται
Γι’ αυτό σ’ αγαπώ
Κι ανάμεσα στα τελευταία πουλιά
Είσαι κείνο που γλύτωσε απ’ τα σκάγια

Γιατί είμαι γεμάτος από σένα και μπρος από κάθε τι
από σκέψη από αίσθηση κι από φωνή
Είναι κάτι δικό σου που σαν αθλητής τερματίζει πρώτο
Γιατί τα βλέφαρά σου είναι βρύα σε σχισμάδες βράχων
Γι’ αυτό σ’ αγαπώ.

Δ. Π. Παπαδίτσας
από τη συλλογή Εντός παρενθέσεως, 1945

Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2009

Η ασώματη

Εγώ σου μιλάω με δαχτυλιές σολ και μι και λα
ματιάς αφής κι ανάμνησης
φωτιάς και δέντρου

Το νέφος εκεί μας τυλίγει
και μας κόβει στη μέση
μας κόβει απ’ την ανατολή στη δύση
κόβει τη νύχτα των ποδιών και των χεριών
σε αφανισμό φωτισμένο

Αν δεν είναι φως το χέρι σου στα μαλλιά μου
τι είναι;

Το ερώτημα μισανοιγμένο πλέει νυχτιάτικο νούφαρο
που γεννήθηκε μόλις πέθανε
και δεν το φύτεψε το τίποτα
το τίποτα που φύτεψε το τίποτά του στα λυγερά ανηφόρια
της οδύνης

Ο κρατήρας μου καπνίζει
τ’ αναμμένα χέρια σε περπατάνε

Φυτρώνω και φυτρώνεις πέντε και πέντε δέκα δέντρα
κι όλα έχουν γίνει δάσος
που δεν μένει χωρίς φεγγαρόφως
χωρίς πάχνη και μάτια φτερωτών

Δ. Π. Παπαδίτσας
από τη συλλογή Η ασώματη, 1983

Σάββατο 6 Δεκεμβρίου 2008

Απ' το άντρο

Σύνθεση εικόνας της Μωβ

Α, νά βγω απ’ την ψυχή μου κρύος αγέρας
πετρόζωστος αγέρας σε άφωτο άντρο
ή νά βγω απ’ την ψυχή μου άναρθρος ήχος
στου φεγγαριού το αργυροδίνητο έλος
ν’ αστράψω, δίχως

να πέσει πάνω μου ηλιαχτίδα ή αστροπελέκι
που να με λιώσει και να λάμψω
στην άζωη διαδρομή μου πεφταστέρι.
Α, νά βγω απ’ την ψυχή μου άναρθρος ήχος
θεόπνοο αγέρι

θα ΄ταν σαν να το ρούφαα το άσπρο φως σου
που μου μηνούσε απ’ τα φαράγγια του άδη.
Το άσπρο σου φως απόν και παρουσία
του ερωτικού σπασμού, κι εντός σου
ως αναρίγησα στο πρώτο μου σκοτάδι
με τάισες πάμφωτη αμβροσία.

Ρίγος μου πρώτο και πηγή μου αρχαία
και ρίζα μου εξεδίψαστη που οδεύει,
των κυττάρων μου ασίγαστη μανία
δώσε όνομα καινούριο στα εκμαγεία
που μ’ επαναλαμβάνουνε στα ερέβη
κρυφή αρμονία.

Δ. Π. Παπαδίτσας
από τη συλλογή Το προεόρτιον, 1986