Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ασλάνογλου Νίκος Αλέξης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ασλάνογλου Νίκος Αλέξης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 22 Αυγούστου 2018

Κοιτάζοντας ένα ερωτευμένο σιντριβάνι

Μια νύχτα θα ταξιδέψω για πάντα. Θ' αγκαλιάσω με τα χέρια την πόλη και θα πνιγώ στη δίνη των χρωματιστών νερών

Θα 'ναι μια νάρκωση ή ο θάνατος, δεν ξέρω να πω. Μέσα στα δάκρυα δεν θα καταλαβαίνω πια γιατί το  θέλησα ούτε πού αστόχησα. Οι αποσκευές μου θα παρασύρουν το σώμα μέχρι τη θάλασσα , ως τους υφάλους έξω απ' τον παλιό σταθμό. Άμμος και ξερολιθιά

Σφυρίγματα των τρένων κι ο κάμπος ολόγυρα και δεν θα μπορέσω να καταλάβω γιατί ήσουν και καταδότης και συνεργός

Μες στη νεροσυρμή δεν θα σε ξαναδώ ποτέ. Μια νύχτα θ' αγαπηθούμε για πάντα. Καθώς θάλασσα και ουρανός


Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
από τη συλλογή Ποιήματα της τελευταίας άνοιξης, 1969-1971

Κι αν υποθέσουμε

                                 Marc Chagall, The lovers

Κι αν υποθέσουμε πως όλα έρχονται καλά
και ταξιδεύαμε μαζί κι πόλη έφεγγε
και το κατάστρωμα πλημμύριζε στη μουσική
κι η θάλασσα ήταν δική μας κι η στεριά
λουλούδιαζε σαν ανθισμένο περιβάλι
αν υποθέσουμε πως ταξιδεύαμε παντοτινά
κι η αγάπη σου ανάβλυζε μέσα στα μάτια -

Τι κουβεντιάζουμε κανένα γιατρικό δεν ωφελεί
καμιά αλλαγή στο αίμα δεν αντέχει


Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
από τη συλλογή Νοσοκομείο εκστρατείας, 1964-1968

Κι αν είσαι άνθρωπος

Κι αν είσαι άνθρωπος κι αν είσαι εργοστάσιο
κι αν είσαι μια ξανθή μοντέρνα πόλη

Είσαι για μένα κούραση το βράδυ
μια μηχανή που σώπασε
μια ετοιμόρροπη φωνή

Είσαι η στάμνα μου για ένα καλοκαίρι


Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
από τη συλλογή  Ποιήματα για ένα  καλοκαίρι, 1960-1964


Δεν είναι ποίημα

Πριν από μέρες, φτάνοντας στο σπίτι
προχωρημένο απόγευμα, ήλιος σβησμένος
με τα μεγάφωνα ανοιχτά, στο πάτωμα απλωμένα
σε τρόμο ασταμάτητο άναβες, ξοδευόσουν
στην άσφαλτο που πύρωσε τη μέρα, και το βράδυ
τη μεταφέρουν πάντα σκοτωμένα φώτα ηλεχτρικά.
                                         Γιατί το αργό χαλάρωμα
μες στο κενό, το επίμονο ψιχάλισμα
στα κλειδωμένα βλέφαρα, τραβώντας τις κουρτίνες
γίνεται βάρδια εξαντλητική.
                                         Γιατί τούτη η ερήμωση
δεν είναι ποίημα, μουσική ή μαλακό φθινόπωρο
δε συνηθίζεται σα ρούχο - είναι τα μάτια ενός παιδιού
πνιγμένου.

Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
από τη συλλογή Ο θάνατος του Μύρωνα, 1954-1959


Οδοιπορικό 1953

       Αργά, με το σούρουπο, επισκέφτηκα το Γιαννάκη στο θάλαμο. Τα μάτια του άναβαν σαν τον υδράργυρο που ανεβαίνει επικίνδυνα. Αύριο φεύγουμε. Δοκιμάσαμε τον ήλιο τον καυτό μαζί. Ήπιαμε τα βράχια, την άνυδρη πέτρα, τα λατομεία πιο άσπρα από το φως και οι λεμονάδες ήταν απρόσιτες, α, η Αθήνα μια υπόσχεση μόνο. 
       Το Σάββατο, στην επιθεώρηση, είδα τις τυλιγμένες κουβέρτες. Ο θάλαμος σκοτείνιαζε με τη βροχή, ο θάλαμος βράδιαζε σαν τον υδράργυρο που χαμηλώνει με το πρώτο φθινόπωρο. Το στρατόπεδο ερημώνει. 
        Γνώρισα το βήμα του από το παράθυρο. Πήδηξε σ' ένα τζαίημς κι έφυγε. 
         Η βροχή δεν σταμάτησε όλο το Σεπτέμβρη. 

Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
από τη συλλογή Δύσκολος θάνατος, 1950-1953

Σ' ακούω να έρχεσαι

Σ' ακούω να έρχεσαι

Φέρνεις τη μνήμη των άδειων ημερών
μαλλιά που δεν δόθηκαν σε προσφορά
χέρι που δεν καταχτήθηκε

Μορφή θαμπή 
τα μάτια μου βουρκώνουν
στο λαιμό μου χωνεύονται λυγμοί
που δεν πήρανε σώμα

Τώρα βυθίζεσαι σε κάθε μου ρωγμή

Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
από τη συλλογή Αισθηματική ηλικία, 1946-1949

Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2009

Η λιτανεία


Καμιά φορά μες στην προχωρημένη νύχτα, έβλεπα
δρόμο μοναχικό, αδιέξοδο, να συντροφεύει σπίτια
να χάνεται αθόρυβα μέσα σ’ αυλές. Και ήμουν
σαν αφημένος σε δικιά μου μουσική, ζώντας αδιάκοπα
με παραισθήσεις κι αυταπάτες

Μα τώρα που επιστρέφει το βαθύ σούρουπο, ακούω
σα λιτανεία νάρχονται μέσα στο βυσσινί σύννεφο, πλήθος
θόρυβοι μακρινοί, στρατιώτες μάχιμοι, ανεύθυνα παιδιά
άντρες της ακτοφυλακής και γυρολόγοι
έρχονται αθόρυβα, συρτά, νόμιμα για να πάρουν
ό, τι περίσωσα, κειμήλια κι αναμνηστικά, μα περισσότερο
θέλουν τον Μύρωνα που σκότωσαν αυτοί και τώρα
ζητούν ευθύνες και φωνάζουν και ξεσκίζουνε
τα ρούχα τους

Κι έτσι τώρα πια βλέπω
δρόμο μοναχικό, αδιέξοδο, να πνίγεται
καθώς η νύχτα προχωρεί μες την επίγνωση
μιας ξοδεμένης απερίσκεπτα θυσίας

Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου
από τη συλλογή Ο θάνατος του Μύρωνα, 1960

Πέμπτη 24 Ιουλίου 2008

Μαλατένια βροχή

Photograph by Ariel Skelley - Getty Images

Ο δρόμος δε μιλά

δεν ταξιδεύει

Στη στάσιμη ώρα
αγαπώ τα παιδιά
με μάτια από καθρέφτες

Σταλαματιές ενός άστρου
στο Βορρά
στο Νοτιά

Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
από τη συγκεντρωτική έκδοση Ο δύσκολος θάνατος, 1985
ενότητα Αισθηματική ηλικία, 1946-1949

Κι αν μου ρημάξατε το γήπεδο

Κι αν μου ρημάξατε το γήπεδο η καρδιά μου είναι
κόκκινο τούβλο και υλικό για οικοδομές
σα φυσαρμόνικα μέσα στην κατεδάφιση

Κι αν τσουρουφλίζεται στον ήλιο αυτός ο κάμπος
θα γίνω δροσερός καρπός λουλούδι απόβραδο
βλασταίνοντας τα παιδικά σου μάτια

Κι αν βρέχει στο μικρό σταθμό θα σέρνω
τη μουσική σου μέσα στα χαλάσματα
σαν ξοδεμένο φως στον νεροχύτη

Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
από τη συγκεντρωτική έκδοση Ο δύσκολος θάνατος, 1985
ενότητα Ποιήματα για ένα καλοκαίρι, 1960-1962

Αεροδρόμιο Μίκρας


Ομίχλη κατεβαίνει με τ' απόγευμα κι ο δρόμος
χαρακώνει το φως κομματιαστά γυρνώντας
μέσα στο άλλο φέγγος, σαν ξεγύμνωμα
σ' έναν απαίσιο αδυσώπητο βιασμό

Τότε λάμπουν για μάς οι προβολείς, λάμπουν για σένα
ανάβουνε οι δυνατοί φακοί κι όλα φωτίζουν
το στόμα, τα μαλλιά, το νυχτωμένο σώμα∙
έτσι φέγγει βαθιά στον ουρανό η αγάπη μας
θρυμματισμένη μουσική στον αερολιμένα, φέγγει
για τη στιγμή που η φλόγα θα εγγίσει
γλείφοντας το δοσμένο χέρι, κι όμως τρέμει
σαν ανοιχτή πληγή στη μουσκεμένη ώρα

Ομίχλη κατεβαίνει με τ' απόγευμα
μες στο μισόφωτο αλλάζουν όλα όψη, εξωραΐζονται
και ντύνονται το άλλο φως, το πιο δικό μας

Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
από τη συγκεντρωτική έκδοση Ο δύσκολος θάνατος, 1985
ενότητα Ο θάνατος του Μύρωνα, 1954-1959

Η ποίηση δεν μας αλλάζει

Η ποίηση δε μας αλλάζει τη ζωή
το ίδιο σφίξιμο, ο κόμπος της βροχής
η καταχνιά της πόλης σα βραδιάζει

Δε σταματά τη σήψη που προχώρησε
δε θεραπεύει τα παλιά μας λάθη

Η ποίηση καθυστερεί τη μεταμόρφωση
κάνει πιο δύσκολη την καθημερινή μας πράξη

Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
από τη συγκεντρωτική έκδοσγη Ο δύσκολος θάνατος, 1985
ενότητα Νοσοκομείο εκστρατείας, 1964-1968

Γήπεδο στο Κιέρι


Όσοι στεγάστηκαν στη μεθυσμένη μου ψυχή καθώς γυρεύαν
σπίτι μοναχικό, οικόπεδο απερίφραχτο ή δρόμο
χορταριασμένο σ' εργατούπολη, απόψε θα με βρούνε
σα να ξεχάστηκα μες στο μεγάλο γήπεδο. Τώρα
που βρέχει με το απόβραδο κι η πόλη χαλαρώνει
τους αργαλειούς, το γήπεδο αθόρυβα απλώνει
μια θάλασσα ψαλιδισμένη, την πρασιά του. Χώμα και ήχοι
απάτητοι χωνεύουν τη βροχή. Όλα γυρίζουν
εκεί που δεν αρχίνησαν ποτέ, μες στην αγάπη

Κάποτε το φαντάζομαι το γήπεδο στο Κιέρι
να γίνεται μια πρώιμα θαμμένη αρετή κι η αποθέωση
της καλαθόσφαιρας απ' τις κερκίδες ως τους παίκτες
να στύβεται στο σούρουπο καθώς όλα γυρίζουν
εκεί που δεν αρχίνησαν ποτέ, μες στην αγάπη

Είναι ένα γήπεδο που βρέχεται και με στεγάζει

Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
από τη συγκεντρωτική έκδοση Ο δύσκολος θάνατος, 1985
ενότητα Ο θάνατος του Μύρωνα, 1954-1959

Τετάρτη 9 Ιουλίου 2008

Σταθμός Λιτόχωρου


Παράξενα φέγγει στη μνήμη μου η αρχή. Είναι το φέγγρισμα
πίσω απ' το βράδυ, όταν το φως υποχωρεί απ' τις γωνιές,
όπως τα δίχτυα που απλώνουν στα τηλέφωνα κι ακούς
ένα ασυνάρτητο κενό μέσα στις ανοιχτές γραμμές,
μιαν έκσταση από άτεχνες φωνές μες απ' τα σύρματα,
το βράδυ στο σταθμό που συντροφεύει η θάλασσα,
δυο τρία βράχια κι ο κόρφος ανοιχτός δίχως ορίζοντα
κι ο ήλιος σα λυπημένη Κυριακή κοντά στα κάστρα.

Δεν θα ξεχάσω αυτό το φέγγος στο σταθμό
το πάθος που ξεπερνά την ευφροσύνη του κορμιού
και από σάρκα γίνεται πνευματική αγωνία,
η αγωνία που φέρνουν οι σβησμένες φωνές
στο κατώφλι της νύχτας
η αγωνία που φέρνει η μοναξιά δίπλα στον άλλο,
η μοναξιά μέσα στον άλλο,
η μοναξιά μέσα στο πάθος του άλλου.

Όλα τελειώνουν στο τελευταίο σύνορο
χαμηλώνουν τα φώτα στο θάλαμο και σβήνουν
οι σιγανές πατημασιές.

Προσευχηθείτε για τις σκοπιές που αγρυπνούν

Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
από τη συγκεντρωτική έκδοση Ο δύσκολος θάνατος, 1985

Δευτέρα 23 Ιουνίου 2008

Ερείπια της Παλμύρας










Όσο περνά ο καιρός και κάνω ένα προχώρημα

βαθύτερο μες στην παραδοχή, τόσο καταλαβαίνω
γιατί βαραίνεις κι αποχτάς τη σημασία
που δίνουν στα ερείπια οι άνθρωποι. Εδώ που όλα
σκουπίζονται, τα μάρμαρα κι οι πέτρες κι η ιστορία
μένεις εσύ με την πυρακτωμένη σου πνοή για να θυμίζεις
το πέρασμα ανάμεσα στην ομορφιά, τη μνήμη
εκείνου που εσίγησε ανεπαίσθητα εντός μου
σφαδάζοντας στην ίδια του κατάρρευση κι ακόμα
τους άλλους που ανύποπτοι μες σε βαθύν ύπνο διαρρέουν.

Όσο περνά ο καιρός και προχωρώ βαθύτερα
στο ακίνητο φθινόπωρο που μαλακώνει πλένοντας
με φως τα πεζοδρόμια, τόσο βλέπω
στη χρυσωμένη δωρεά του ήλιου μια εγκατάλειψη
για όσα περιμένω και δεν πήρα, για όσα
μου ζήτησαν κι αρνήθηκα μη έχοντας, για όσα
μοιράστηκα απερίσκεπτα και μένω
ξένος και κουρελιάρης τώρα

Μα όταν
μες στη θρυμματισμένη θύμηση αναδεύω
ερείπια, βρίσκω απόκριση βαθιά γιατί τα μάρμαρα
κι οι πέτρες κι η ιστορία μένουν για να θυμίζουν
το πέρασμά σου ανάμεσα στην ομορφιά -- απόκριση
για όσα περιμένω και δεν πήρα

Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
Από την ενότητα Ο θάνατος του Μύρωνα, 1954 - 1959
Συγκεντρωτική συλλογή Ο δύσκολος θάνατος, 1985

Δευτέρα 16 Ιουνίου 2008

Καμιά αφίσα ή τοίχος


Καμιά αφίσα ή τοίχος δεν θα μαρτυρεί
το ελαφρό σου πέρασμα στη φλέβα

Πέφτεις σα σιγανή βροχή ανύποπτη
ανάμεσα στα ξεραμένα φύλλα

Καμιά σκαπάνη μουσικού δε θα σε βρει
τόσο βαθιά στο αίμα

Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
από τη συλλογή Ποιήματα για ένα καλοκαίρι, 1963

Υστεροφημία


Είπες, κάποτε αυτά τα ποιήματα θ' αγαπηθούν πολύ
θα τοιχοκολληθούν, να τα διαβάσουν όλοι.
Μια μέρα θα υγράνουν μάτια και χείλη
θα διαβαστούν κάτω από φανοστάτες, σε βροχερές συνελεύσεις.
Τέλος, καθώς πολλούς θα τυραννήσουν, θα καούν
ή θα ταφούν σε ανήλια σπουδαστήρια - κι είπες πάλι
ίσως ο άνεμος μιας δροσερής αυγής να τα σκορπίσει

Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
Από τη συλλογή Νοσοκομείο εκστρατείας, 1972

Ars Poetica


Το ποίημα θέλω να είναι νύχτα, περιπλάνηση
σε ξεμοναχιασμένους δρόμους και σε αρτηρίες
όπου η ζωή χορεύει. Θέλω να είναι
αγώνας, όχι μια μουσική που λύνεται
μα πάθος για την μέσα έκφραση μιας ασυναρτησίας
μιας αταξίας που θα γίνει παρανάλωμα
αν δεν τα παίξουμε όλα για όλα.

Όταν οι άλλοι, αδιάφοροι, με σιγουριά
ξοδεύονται άσκοπα ή ετοιμάζονται το βράδυ
να πεθάνουν, όλη τη νύχτα ψάχνω για ψηφίδες
αδιάφθορες μες στον μονόλογο τον καθημερινό
κι ας είναι οι πιο φθαρμένες. Να φεγγρίζουν
μες στο πυκνό σκοτάδι τους σαν τ' αχαμνά ζωύφια
τυχαίες, σκοτωμένες απ' το νόημα
με αίσθημα ποτισμένες.

Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
από την ανθολογία του Καστανιώτη
Ποίηση για την ποίηση, 2006