Τετάρτη 9 Ιουλίου 2008

Σταθμός Λιτόχωρου


Παράξενα φέγγει στη μνήμη μου η αρχή. Είναι το φέγγρισμα
πίσω απ' το βράδυ, όταν το φως υποχωρεί απ' τις γωνιές,
όπως τα δίχτυα που απλώνουν στα τηλέφωνα κι ακούς
ένα ασυνάρτητο κενό μέσα στις ανοιχτές γραμμές,
μιαν έκσταση από άτεχνες φωνές μες απ' τα σύρματα,
το βράδυ στο σταθμό που συντροφεύει η θάλασσα,
δυο τρία βράχια κι ο κόρφος ανοιχτός δίχως ορίζοντα
κι ο ήλιος σα λυπημένη Κυριακή κοντά στα κάστρα.

Δεν θα ξεχάσω αυτό το φέγγος στο σταθμό
το πάθος που ξεπερνά την ευφροσύνη του κορμιού
και από σάρκα γίνεται πνευματική αγωνία,
η αγωνία που φέρνουν οι σβησμένες φωνές
στο κατώφλι της νύχτας
η αγωνία που φέρνει η μοναξιά δίπλα στον άλλο,
η μοναξιά μέσα στον άλλο,
η μοναξιά μέσα στο πάθος του άλλου.

Όλα τελειώνουν στο τελευταίο σύνορο
χαμηλώνουν τα φώτα στο θάλαμο και σβήνουν
οι σιγανές πατημασιές.

Προσευχηθείτε για τις σκοπιές που αγρυπνούν

Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
από τη συγκεντρωτική έκδοση Ο δύσκολος θάνατος, 1985

1 σχόλιο:

Poet είπε...

Το αγαπημένο μου ποίημα του Ασλάνογλου και ένα από τα αγαπημένα μου γενικότερα.

Θα μπορούσε βέβαια να είχε ενταχθεί στα ερωτικά ποιήματα ή στα ποιήματα για τη μοναξιά, εγώ όμως το θεωρώ μοναδικό και ως μοναδικό αδέσποτο.

Αυτή η παρατήρηση ισχύει για πολλά ποιήματα που μιλάνε ταυτόχρονα για τον έρωτα, για τη μοναξιά, για την κρυφή και μυστική πατρίδα μας, για τον χρόνο, τη μνήμη και τον θάνατο.