οι φύλακες τους άγγελοι
- με τα φτερά στα χρώματα της άνοιξης -
για λίγο δραπετεύουν
συνάζονται σε στέκια μυστικά
για να πιουν ένα ποτό
ν' ανταλλάξουν δυο κουβέντες.
Μιλούν ψιθυριστά
και κάθε τόσο
κοιτάνε το ρολόι.
Όταν περάσουν τα μεσάνυχτα
αποχωρούν σιγά-σιγά
γυρνώντας πάλι στα παιδιά.
Εισέρχονται ακροποδητί
στα όνειρά τους
τα μελετούν προσεκτικά
και διώχνουν μ' ένα φύσημα
εικόνες λυπημένες
εφιάλτες μαζεύουν σε σωρό
στην πιο αθέατη γωνιά της νύχτας
να τους κάψουν.
Τέλος, κατάκοποι κι αυτοί
με βλέφαρα βαρίδια από τη νύστα
ανασηκώνουν απαλά
του παραδείδου το λευκό σεντόνι
και γέρνουν πλάι στα παιδιά
να κοιμηθούνε αγκαλιά
μέσα σε φως που δεν τελειώνει.
Μάρτιος 2016
Ανδρέας Μιχαηλίδης
από τη συλλογή Το εργοτάξιο, 2016
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου