Με το χέρι τραβώ την ανάσα
έξω απ' το στόμα μου.
Ανηφορίζω γυμνάζοντας βήματα κόντρα
καρτέρι στήνω του βοριά
να του αρπάξω τη θύελλα
που θ' αδειάσει το έρχομαι απ΄όλα τα φεύγω.
Επιστρέφω μ'όσο σώθηκε αφώτιστο σώμα
και το πετώ σαν κέλυφος
καραβάκι στο νήπιο σκοτάδι.
Τα παπούτσια βγάζω με βιάση
απ΄αυτή
την κατά τα άλλα
αόρατη ζωή μου
που την έβλεπε μόνον η θάλασσα,
μήπως και ρίξω το ταβάνι
που το ανάστημά μου έπιασε πάτο
και τράβήξω εν τέλει το δρόμο μου
κάτω από της πολυθρόνας τα πρησμένα πόδια,
εξαρχής να ορίσω
τα ύδατα χωρικά της ουσίας και του πράγματος.
Ελένη Κόλλια
από τη συλλογή Από τα πράγματα
στο όνομά τους, 2014
2 σχόλια:
Υπέροχο!
καλώς σε βρήκα
Καλωσόρισες, morfeas. Διάβασε και τα άλλα ποιήματα της Ελένης Κόλλια που θα ανσρτήσω σε λίγο.
Δημοσίευση σχολίου