Τετάρτη 20 Απριλίου 2011

Άωρο δις αινιγματικό

Και να που δε χορταίνω
Φως
Δισυπόστατη να σε διαβάζω
και να με ραίνει μελωδικά αχός
γνωστός από παλιά συντρίμμια
Φως να με ραίνει

Ας καίει τ’ αρνητικό του νου
Εκεί να φλέγονται
πικρά άχρηστα μυστικά
ξέθωρα μάτια, λυγισμένα όνειρα
Αποτάσσομαι του θεού σου
Φως εναγκαλίζομαι

Σημάδι διαλεγμένο
σε τοίχο που ασβέστωνε η θλίψη
επίμονο
Και σε προσκύνησα
Γιατί... οι καιροί ερχόμενοι
με πασουμάκι μαλακό
όχι μ’ αρβύλες και φωνές
μας ξάνθυναν τα μάτια
και ημερέψαν’ οι λυγμοί

Τώρα γλιστράνε μαλακά πάνω στο φως
που δε χορταίνω να ρουφώ, να με ρουφάει
και δεν μπορώ… Να
μιας φωνής αράδα να σκαρώσω
Κι εσύ, μιλάς με καταποντισμούς
Συνέπειες αθρόες
αναδιατάσσουν τα μικρά φωνήεντα
που φύλαγα στο λίκνο της αγάπης

Κάπου – κάπου
κάνε την καρδιά σου κάρβουνο
να βρίσκω πρώτη ύλη
για τη νύχτα
Και θα δωρίσω την πορφύρα
απ’ το πιο καθάριο αίμα μου
στη λιτανεία του θέρους –αν είναι νάρθει–
Καρποί σου οι λόγοι, αυτόπτες

Δε σιγουρεύεται το φως
αστέρι μου μοναχικό
Σταχτιά τα περιγράμματα σου
Δέλεαρ τα φωνητικά σου λόγια
πάνω κι απ’ της αψίνθου τα τεχνάσματα

Των φιλιών τ’ αποτύπωμα
χαρακιά στο κορμί του χειμώνα
Να σκύψω, μια σταλιά, στον ύπνο σου
να δω την κλίση του ονείρου σου

Όσον καιρό κι αν πάρει
μύθος θα γίνει


Στέλλα Γεωργιάδου
από τα ποιήματα του 2008, αδημοσίευτο


2 σχόλια:

Stella Georgiadou είπε...

Ποιητή μου, πόσο χαίρομαι που διάλεξες και αυτό το ποίημα για το ονειρικό λιβάδι σου! Είναι πολύ αγαπημένο μου και του αρέσει εδώ, στην εκλεκτή παρέα :-)

Poet είπε...

Χαίρομαι κι εγώ, Στέλλα μου. Γιατί ούτε εγώ χορταίνω φως. Το φως είναι η λέξη σύμβολο στην ποίησή μου και επαναλαμβάνεται πολλές φορές. Σκέψου ότι έχω γράψει ένα ποίημα (αδημοσίευτο) μόνο με τη λέξη φως. Πιστεύω ότι και άλλοι έχουν μια παρόμοια εμμονή. Έτσι, πράγματι το ποίημά σου βρήκε καλή παρέα εδώ. Όπως και η παρέα μια νέα σύντροφο.