Δευτέρα 22 Νοεμβρίου 2010

Βίνσεντ Βαν Γκογκ

"Έργο Ντίνου Παπασπύρου (κολάζ 1976)"

Είναι οι απούλητοι πίνακές του
στο πατρικό σπίτι στη Nuenen
που τους καίνε έμποροι και χρηματιστές,
λίγο πιο πριν στην Αμβέρσα
η Ακαδημία τον υποβιβάζει
στην τάξη των αρχαρίων.
Κοιμάται σε μια καλύβα πάνω σε άχυρα
με τους ανθρακωρύχους
στο Βέλγιο και ονειρεύεται
τη θλίψη της Clasina Maria Hoornik
πόρνης και αλκοολικής –

στη Χάγη θεραπεύεται
από βλεννόρροια σε νοσοκομείο
ύστερα επισκέπτεται
το Κρατικό Μουσείο του Άμστερνταμ
και θαυμάζει τον Ρέμπραντ
«οι πίνακες μου δεν πουλάνε» συλλογίζεται

Όμως κάθεται και ζωγραφίζει
τις νύχτες ανάβοντας κεριά
στο καπέλο και το καβαλέτο του
χρησιμοποιώντας
το μπλε και το κίτρινο
το βιολετί και το πράσινο
το ροζ και το κόκκινο
αμπέλια και θερισμένα χωράφια
από καλαμπόκι ως τον ορίζοντα
το λαμπρό μπλε ουρανό
στο κίτρινο σπίτι,

ονειρεύεται τους ζωγράφους
στον επόμενο αιώνα
μακριά από καταγώγια και μπορντέλα,

αλλά είναι βέβαιο
οι πίνακες του έχουν βγει από όνειρο
για ένα μέλλον όπου θα υπάρχουν
πολλές μέρες απελπισίας
δίχως ίχνος έμπνευσης.

16. 8.2006
Λεύκιος Ζαφειρίου
από τη συλλογή Η θλίψη του απογεύματος, 2007

8 σχόλια:

Dinos-Art είπε...

Συνοπτικό αλλά τόσο γεμάτο και συγκλονιστικό βιογραφικό του αγαπημένου μου Βαν Γκογκ. Πριν χρόνια επισκέφτηκα το μουσείο Βαν Γκογκ στο 'Αμστερνταμ, μαγεύτηκα για ώρες και δεν ήθελα να φύγω. Να σκεφτεί κανείς ότι σε όλη του τη ζωή πούλησε μόνο ένα από τα υπέροχα δημιουργήματά του και αυτό στον αδελφό του. Καλό απόγευμα.

Poet είπε...

Και δικός μου αγαπημένος από τα εφηβικά μου χρόνια, Ντίνο μου, όταν διάβασα τη βιογραφία του "Lust for life". Περιστατικό που αναφέρεται στο βιβλίο: Ήθελε να δει την αγαπημένη του και ο πατέρας της δεν τον άφηνε. Έβαλε λοιπόν την παλάμη του πάνω από τη φλόγα ενός κεριού και του είπε να τον αφήσει να τη δει για όσο διάστημα μπορούσε να κρατήσει το χέρι του εκεί. «Φύγε από δω, τρελέ», του απάντησε ο πατέρας της και τον έδιωξε.

Χωρίς αυτό το πάθος, χωρίς αυτή τη δίψα, πώς να υπάρξει τέχνη;

Margo είπε...

Σε λίγες γραμμές μια ολόκληρη βιογραφία!
Πολύ ενδιαφέρον και το περιστατικό που περιέγραψες Τόλη.
Πάντα δυσκολευόμουν να καταλάβω γιατί άνθρωποι με πολύ μεγάλο ταλέντο και πάθος για την τέχνη τους, υποτιμήθηκαν τόσο πολύ από τους συγχρόνους τους. Δεν μου αρκούσε η καινοτομία στα έργα τους σε μια κοινωνία συντηρητική.

Καλό ξημέρωμα Τόλη και Ντίνο:)

Poet είπε...

Ήταν πιο μπροστά από την εποχή τους, όπως αναφέρεις Μαρία μου, και δεν μπορούσε να τους δεχτεί η καθιερωμένη μετριότητα. Ένας άλλος λόγος ήταν ότι δεν ανήκαν σε κυκλώματα, δεν έκαναν υποκλίσεις, εξυπηρετήσεις και άλλου είδους δημόσιες σχέσεις. Έζησαν και πέθαναν μέσα στην περήφανη φτώχεια και τη μοναξιά τους. Για να δοξαστούν μετά θάνατον και να πουλιέται σήμερα ένας πίνακας του Βαν Γκογκ τριάντα και πενήντα εκατομμύρια δολάρια. Μία από τις τραγικές ειρωνείες της ζωής.

Καλή σου μέρα, γλυκιά μου.

nameliart είπε...

Πολύ καλή ανάρτηση – συνδυασμός εικαστικού θέματος και κειμένου! Ο Βαν Γκογκ είναι αγαπημένος όλων όσων αγαπάνε τη ζωγραφική! Ήταν αληθινός! Οι πίνακές του – και ειδικά οι αυτοπροσωπογραφίες του, το βλέμμα του – πραγματικά καθηλώνουν!
Και είναι παντοτινός δάσκαλος για όλους μας!
Τη καλημέρα μου!

Poet είπε...

Χαίρομαι που σου αρέσει, φίλη μου, και σε ευχαριστώ. Συμφωνώ φυσικά με τα όσα επισημαίνεις. Καλό βράδυ.

Ανώνυμος είπε...

Βίνσεντ Βαν Γκογκ, και μια αλλιώτικη "βιογραφία" που ξεχειλίζει από ψυχή!
κι εμείς να στροβιλιζόμαστε στα χρώματα να παίρνουμε τη φωτιά για να ζεσταθούμε, να δροσίζουμε το πάθος στις αποχρώσεις της θάλασσάς του.. μα είναι σκληροί κι αγνώμονες οι άνθρωποι και πολλές φορές τόσο τυφλοί στ' αλήθεια!

υπέροχη ανάρτηση, να είσαι καλά

Poet είπε...

Ωραία τα λες, καλή μου Silena, σε ευχαριστώ. Καιρός όμως να περάσουμε σε ποιήματα του Λεύκιου για την Κύπρο μας. Καλή σου μέρα.