από τη συλλογή Η ομίχλη του μεσημεριού, 1959
Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2008
Νυχτερινά (V)
Πονώ γιατί πέρασε μέσα απ' την καρδιά μου
ένα μεγάλο αγκάθι
σπρωγμένο με τόση άνεση από δάχτυλα
που αγάπησα δίχως ελπίδα δίχως σύνεση
και τώρα πια δεν έχω λόγια να σκεπάσω
τούτη την πληγή
φωνές για την κρύψω.
Γιατί, δεν θέλω, δεν μπορώ, δεν καταδέχομαι,
όσα έζησα
τώρα μονάχα ποίηση να 'ναι.
από τη συλλογή Η ομίχλη του μεσημεριού, 1959
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
2 σχόλια:
Είναι απίστευτο το πόσο μεγάλο κακό μπορούν να κάνουν ο ένας στον άλλο άνθρωποι που υποτίθεται ότι αγαπήθηκαν. Θυμάμαι περιπτώσεις στη ζωή μου που αυτό συνέβη και ήταν τρομερά οδυνηρό. Αυτό το ποίημα πάνει ακριβώς εκείνο το συναίσθημα.
Η έμφαση στο «υποτίθεται». Ο έρωτας, η έπαρση, ο εγωισμός, η κτητικότητα μπορούν να βλάψουν, μέχρι και να σκοτώσουν. Η αγάπη ποτέ.
Η αγάπη είναι το μοναδικό θαύμα που διαρκεί για πάντα. Και είναι πάντα λυτρωτική, ευεργετική, γεμάτη κατανόηση και καλοσύνη.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν μπορεί κανείς να αγαπήσει. Αν μπορεί να αρθεί πάνω από το εγώ του, πάνω από τους κάθε είδους υπολογισμούς, και να ταυτιστεί με τον άλλο. Γεγονός σπάνιο, πολύ σπάνιο. Γι' αυτό και η τόση μοναξιά, οι τόσοι ανάπηροι που κυκλοφορούν με παγωμένο πρόσωπο και σφιγμένα χείλη. Ή με ένα ψεύτικο χαμόγελο.
Δημοσίευση σχολίου