Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου 2008

O μαρκήσιος

Η Μαλακοπή, στο τέρμα της Άνω Τούμπας, περίπου ένα χιλιόμετρο πιο πάνω από το γήπεδο του Π.Α.Ο.Κ, κάποτε ήταν πολύ άγρια γειτονιά. Από κείνες που χρειάζεται διαβατήριο για να περάσεις. Τα δύο λύκειά της έπαιζαν πετροπόλεμο μεταξύ τους για πλάκα, το πρώτο κοντά στο σπίτι μου είχε κερδίσει το παγκόσμιο πρωτάθλημα μπάσκετ και ήταν ο φόβος και ο τρόμος όλων των άλλων μαθητών στην πόλη.

Αργότερα, η περιοχή γέμισε πολυκατοικίες, τράπεζες, κάθε είδους καταστήματα, καινούρια αυτοκίνητα. Τα παιδιά μάλλον υπέκυψαν κι αυτά στην εξέλιξη και την κατανάλωση, έγιναν καθώς πρέπει. Όπως ο γιος μου που, με πλάκα τα παράσημα από παρατηρήσεις και αποβολές στο λύκειο και 12,5 στο απολυτήριό του, έφτασε να πάρει και τα δύο του πτυχία με διάκριση και να ενταχθεί στη γενιά των 700 ευρώ.

Κάπου στο μεσοδιάστημα, έκανε τη διακριτική του εμφάνιση στον δρόμο μας και ο μαρκήσιος. Δρόμο με ακούσια ευγενικές προθέσεις αφού φέρει το όνομα του ποιητή Γεωργίου Στρατήγη. Την ιδιότητα του οποίου βεβαίως αγνοούν παντελώς όλοι σχεδόν οι κάτοικοί του.

Όταν λοιπόν πάω για εφημερίδες και τσιγάρα στο περίπτερο της φίλης μου τσαγκής Αλέκας απέναντι, βλέπω πάντοτε τον μαρκήσιο στη τελευταία οικοδομή, κοντά στη διασταύρωση με την Περραιβού. Εκεί που μια σκυθρωπή κυρά με νυχτικιά φιλοξενεί δεκάδες γάτες και πλένει συνεχώς το πεζοδρόμιο με το λάστιχο. Τον βλέπω να κάθεται στο κεφαλόσκαλο της εισόδου, λίγο πιο κάτω στο πεζούλι ή κάπου εκεί κοντά.

Είναι γκριζόμαυρος, μεγαλόσωμος με μάλλον κοντά πόδια και μια συμπαθητική χοντρή και υγρή μουσούδα. Είναι σοβαρός, ελαφρά επιφυλακτικός, σπανίως γαυγίζει και ακόμη σπανιότερα κουνάει την ουρά του. Διαλογίζεται, ρεμβάζει, ή λιάζεται απλώς και μισοκοιμάται. Επιπλέον, δεν δίνει δεκάρα για τις γάτες, δεν δίνει δεκάρα για μένα, δεν δίνει δεκάρα για το όνομά του και για τον μάλλον ασεβή χαιρετισμό μου, όταν περνάω από μπροστά του.

Έχω την εντύπωση ότι η αρχοντική αξιοπρέπεια του μαρκήσιου τιμά τη γειτονιά μας. Ότι είναι σκύλος αντάξιος του ποιητή που τον φιλοξενεί στον δρόμο του. Ότι είναι καλύτερος από πολλούς που τον προσπερνάνε αδιάφοροι. Και πιο αριστοκρατικός από τους διάφορους ευγενείς της ιστορίας. Έχω την εντύπωση ότι του αξίζει απόλυτα το προσωνύμιο που του έδωσα αυθόρμητα για τη φυσική ευγένειά του.

«Γεια σου, ρε μαρκήσιε !»

4 σχόλια:

Administrator είπε...

Ωραίος ο μαρκήσιος! Και σίγουρα του ταιριάζει το όνομα. Νομίζω πως τον βλέπω να κάθεται σοβαρός όπως τον περιγράφεις να κοιτάει ή να αγνοεί τους περαστικούς.

Ένα τέτοιο «μαρκήσιο» μάζεψα κι εγώ από το δρόμο και τώρα με ακολουθεί όπου πάω μέσα στο σπίτι, «ραμμένος» στον αστράγαλό μου.

Poet είπε...

Ναι, είναι ωραίος ο μαρκήσιος ! Έχει και κάτι μεγάλα τρυφερά και χνουδωτά αυτιά που κάποτε θα ήθελα να τα χαϊδέψω. Ο μαρκήσιος όμως αποθαρρύνει παρόμοιες οικειότητες.

Πιστεύω ότι κάθε ζωντανό πλάσμα (και όχι μόνο) αξίζει τη συμπάθεια και τον σεβασμό μας. Μια στάλα αγάπης. Αξίζει τον δικό του χώρο και τον δικό του κόσμο που κάποτε, με τρόπο μυστικό, ταυτίζεται με τον δικό μας.

Administrator είπε...

Αξίζει όλα αυτά που λες. Και όταν του τα δώσεις (μιλάω πάντα για τα ζώα) γίνεσαι ο αποδέκτης αγνής καιανυστερόβουλης αγάπης. Είναι πολύ συγκινητικό.

Όταν βλέπω να κακομεταχειρίζονται ζώα θυμώνω, κι ακόμα περισσότερο όταν βλέπω (τις σπάνιες φορές που βλέπω) στις ειδήσεις ιστορίες για συνανθρώπους μας που περνούν τα πάνδεινα στα χέρια άλλων "ανθρώπων".

Poet είπε...

Οι Άγγλοι λένε για τους Γάλλους ότι αγαπάνε τα ζώα αρκεί να τρώγονται. Οι Γάλλοι λένε για τους Άγγλους ότι αγαπάνε τα ζώα που δεν τρώγονται (άλογα, σκυλιά και λιγότερο τις γάτες). Το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό και εδώ τελειώνει η ιστορία, είπε ο Νϊτσε.

Κακά τα ψέματα, είμαστε σαρκοβόρα θηρία. Τα χειρότερα στον κόσμο. Έχεις δει ποτέ πόσο γλυκά, βαθιά και τρυφερά μάτια έχει το μοσχαράκι; Αυτό που καταλήγει στο τραπέζι μας; Οι κυνόδοντες και οι τραπεζίτες μας είναι φτιαγμένοι για να σπάζουν κόκκαλα. Να μην επεκταθώ.

Τι να σου κάνουν τα ευγενικά αισθήματα λίγων ανθρώπων μπροστά στη νομοτέλεια της σφαγής; Των ζώων αλλά και των άλλων ανθρώπων. Μπροστά στην απληστία και μπροστά στις απαιτήσεις της επιβίωσης με κάθε κόστος;

Ωραία σύλληψη ο ουμανισμός και ωραιότερη η ουτοπία. Η ιστορία όμως τις έχει διαψεύσει σε κάθε περίπτωση και η ζωή τις διαψεύδει κάθε μέρα. Αυτός ο κόσμος της ατιμίας και του φόνου είναι τόπος εξορίας, τόσο απλά. Ξένοι γεννηθήκαμε και ξένοι θα φύγουμε μια μέρα. Ίσως για την αληθινή πατρίδα μας.