Ο θάνατος υπάρχει. Είναι ο μεγάλος πατέρας,
που μας φύτεψε στη μήτρα της ανυπαρξίας.
Είναι ο δίδυμος αδελφός, που πορεύεται μαζί μας.
Μας εγκαταλείπει μέσα στη νύχτα και πορεύεται.
Ξανάρχεται στη μέρα και πορεύεται πάλι μαζί μας.
Ο θάνατος φορεί ένα μονάχα προσωπείο.
Το δίδυμο προσωπείο της νύχτας και της μέρας.
Είναι ο τέλειος κύκλος. Ο μεγάλος καταρράκτης.
Μας πλημμυρίζει και τον πλημμυρίζουμε.
Είναι η πλατιά γέφυρα, που ζευγνύει την παρουσία
με την απουσία. Που ταυτίζει την ύπαρξη
με την ανυπαρξία. Ο μέγας θαυματοποιός.
Η αρχή και το τέλος. Η αναπαλλοτρίωτη αλήθεια.
Ο θάνατος συμπυκνώνεται στον εαυτό μας.
Ας καθήσουμε τώρα γύρω στο στρογγυλό τούτο τραπέζι,
εσείς που φύγατε και μείνατε για πάντα μαζί μας
κ' εμείς που μετατρέψαμε την απουσία σας σε παρουσία.
Στον μεγάλον αυτό κύκλο του θανάτου, δεν ξέρουμε
ποιοι θα είναι οι παρόντες και ποιοι οι απόντες.
Δεν ξέρουμε καν όλοι αν είμαστε παρόντες
ή όλοι απόντες. Ο θάνατος μάς διαπερνά,
μας δένει σ' ένα στεφάνι, που τ' αγκάθια του
την κοινή αίσθηση του πόνου μάς δίνουν.
Ας κοιταχθούμε στα μάτια. Θα ιδούμε ο ένας
το είδωλο του άλλου: το κοινό είδωλο του θανάτου.
Ας ψηλαφήσουμε τα χέρια μας. Θα αισθανθούμε
της αγάπης το ρίγος: το κοινό ρίγος του θανάτου.
Ας φιληθούμε στα χείλη. Θα νοιώσουμε τη γεύση
όχι του τελευταίου ασπασμού, αλλά της πρώτης
πνοής: την κοινή γεύση από το φίλημα του θανάτου.
Αλληλούια, αλληλούια, δόξα σοι ο Θεός.
Θεός γαρ ο θάνατος και θάνατος ο Θεός μου.
Γ.Θ. Βαφόπουλος
Από τη συλλογή Επιθανάτια και σάτιρες (1966)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου