που όλο ζητούν κάτι, ενοχλητικά, σαν να το δικαιούνται.
μένει σε γειτονιές απίθανες στα παλιά στέκια δεν συχνάζει
χρόνια και χρόνια δεν έστελνε κάρτες και χαιρετίσματα
έρχονταν κι έφευγαν γιορτές κι ούτε μια υπόμνηση
αν ζει αν πέθανε τι γράφει ή αν στέρεψε.
κι ο λόγος του ο καλός χαμένος όπως τα χρόνια του.
με τσούλες να του τρων το βιός και να παράγει αδιάλειπτα
χρήματα μετοχές και σπίτια κι αυτοκίνητα και καταθέσεις
για να τα τρώνε πάλι.
να παρεισφρήσει ξαφνικά στη σκέψη και στο λόγο τους
να παίξει με τους όρους τους παλιούς τους ξεχασμένους.
από το σπόρο το μεταλλαγμένο που έσπειρε
μεταλλαγμένη πραγματικότητα τώρα θερίζει
χωμένος ως τα μπούνια στο μικρόκοσμό του ο διευθυντής
που ήταν ποιητής των ασημάντων, ο ποιητής που ήταν
διευθυντής του μηδενός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου