χιλιόχρονα φύκια, βυθισμένες γαλέρες, τόνοι οργανικά
και το Φετχί Μπουλέντ ακόμη, οξειδωμένο.
Εκεί ακριβώς αναδύονταν μέσα στη νύχτα, κάθε νύχτα, ένας ύφαλος
που μεγεθύνονταν κατόπι και γινότανε νησί επίπεδο, πλατύ
κι ύστερα άλλοι ύφαλοι φύτρωναν ο ένας μετά τον άλλο
σχημάτιζαν μία λεπτή λωρίδα γης με γκρέμια γύρω τους και βράχια.
συχνά με κίνδυνο να πέσω στις καταβόθρες τού ονείρου
προχωρώντας να σε βρω μαγνητισμένος απ' των κυμάτων τις σκιές.
είδα στο φως ξεκάθαρα όλα τούτα τι σημαίναν.
αλλοίωνε τους ιστούς, διέλυε το συκώτι και τη σπλήνα
σαπίζοντας τα γάγγλια τους αδένες και τις υποφύσεις.
δίχως σκοπό επέτειοι, αμήχανα καρναβάλια, χαράμια Πάσχα
και πέρναγε η άνοιξη χωρίς τις φουσκοθαλασσιές
τα καλοκαίρια πέφτοντας διαρκώς μια γκρίζα μουσική.)
μικρό νησάκι σκαιής εκδίκησης στις εκβολές του ποταμού, στην Παληομάνα
που μια στενή στεριά το ενώνει με τη μήτρα του, την πόλη και εμένα
για να περνάνε βάναυσα οι εποχές αφήνοντας πίσω διάλυση και όζους.
για να γεμίζει τη ζωή μου κατάρες και αναθέματα, ως το τέλος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου