Σάββατο 6 Αυγούστου 2011

Σπαράγματα (1)

Κατάματα με ερημώνεις.

Είναι ποιήματα
που σε πιάνουν από το χέρι
και σε οδηγούν
σε μια σκοτεινή γωνιά
πάνω στον ώμο τους
γέρνεις και κλαις.

Πόσο μου έλειψε
η ομηρία της αγκαλιάς σου.

Τι άλλο πιο μάταια ένδοξο
από την υλακή ενός μοναχικού λύκου
στο φεγγαρόφωτο.

Καθόταν παράμερα
και κοιτούσε το ρολόι των στιγμών
περιμένοντας το ξυπνητήρι
να χτυπήσει
τη δική της απόχρωση.

Γιάννης Τόλιας
από τη συλλογή Αμαρτολόγιο, 2007
Συγκεντρωτική έκδοση Ό, τι άγγιξα κι ό, τι θυμάμαι
(ποιήματα 1981 - 2011), 2011


1 σχόλιο:

Γιώργος Τσιρώνης είπε...

Χαραζει η λαβα της πενας του τα αορατα γραμματα τα αορατα δάχτυλα Χαραζει τη νυχτα και γίνεται ηφαίστειο μικρός στερναγμός. Μια παοιηση πυρετική που θα κάψει, θα σωθει εκίνο που λατρεύει εκέινο που αγαπά. Χωρις φωνή χωρίς ιχνος Στο ιδιο δωματιο κανεις άλλος δε θα έχει καταλάβει. Η ποιηση του Γιαννη ενα πολύ πολύ βαθυ ταξιδι επιθυμίας και ονείρων.