Μα όχι αυτόν
που ιστορούν οι ποιητές
σε πρώτη ευκαιρία
Ούτε τον άλλον, τον ηρωικό
θυσίας προϊόν, τόλμης κι αγάπης
Ούτε κι εκείνον που φλερτάρουνε με πάθος
του έρωτα οι ηττημένοι μαχητές
Και φυσικά, ποτέ δε θα μιλούσα
για τον λυτρωτικό, τον ευεργέτη
της ασθένειας ή του γήρατος
Ο θάνατος που μέμφομαι
δεν έχει όμοιο του
σε φρίκη ή σ’ αποκοτιά
Χωμένος τραγικά
μέσ’ σε ψυχές ανήλιαγες
σπηλιές παραφροσύνης
Εκεί που η ζωή σφαδάζει
αμνός, και τη θυσία καρτερά
του εξαγνισμού
Σπαράσσει ο φόβος το κορμί
δαιμόνιος δόλος ο κυρίαρχος του νου
στην αναπότρεπτη φυγή
άρμα βαμμένο αίμα
Σπλαχνίσου Άδη
την εθελούσια άρνηση
–θεματοφύλακα εσύ του σκότους–
και δώσε
στον πόνο έξοδο
φωτιά στο φόβο
και της απόγνωσης τα μάτια
με λάσπη σφάλισέ τα
ώσπου να λάμψουνε ξανά ζωή
Με τη ρομφαία του ήλιου
κάρφωσέ τον
Πύρινο φως
να πλημμυρίσουνε τα τάρταρα
Στο έρεβος να μην προσμένει πλέον
καμία λύτρωση
Αυτός ο θάνατος, ο αλλόφρων
στιγματισμένος, μιαρός
και εξοστρακισμένος
να καταδικαστεί
χωρίς αγάπη
Εις θάνατον
να καταδικαστεί
πολλάκις.
Στέλλα Γεωργιάδου
από τα ποιήματα του 2008, αδημοσίευτο
2 σχόλια:
θαυμασιο
Χαίρομαι που σου άρεσε, φίλε μου. Καλή Ανάσταση.
Δημοσίευση σχολίου