Πάνω σε τεντωμένο σκοινί έχω περάσει
όλη μου τη ζωή.
Μούγκριζε κάτω το ποτάμι.
Κι απάνω μαύριζε και γύρω μου
η φοβερή σιωπή.
Μα εγώ κοιτούσα πέρα απ' την άπιαστη γραμμή
του ορίζοντα.
Εκεί όπου έβλεπα ν' ασπρίζει
φανταστικό ξημέρωμα.
Εκεί όπου τα όνειρα μου άχνιζαν.
Κι ένας άλλος αέρας
θα 'κανε να θροΐζουν ήρεμα τα φύλλα των δέντρων.
Πάνω απ' τη μαύρη άβυσσο έχω χτίσει τις μέρες μου.
Με τη βροχή και το χιόνι να μου ξεσκίζουν τα μάτια.
Και το βαρύ σφυρί που το κρατάει ο ύπουλος φόβος
να μου τσακίζει τα γόνατα.
Εγώ όμως μέσα στις άγριες νύχτες άκουγα
γλυκό τραγούδι της Αγάπης.
Κι ένιωθα κάτι σαν άγγιγμα από φτερούγα στους ώμους.
Σαν να 'ταν ένας Άγγελος
που με κρατούσε όρθιον και με καθοδηγούσε.
Και προχωρούσα.
Κι ας έλεγαν όλα πως δεν υπάρχει εκείνη η μακρινή χώρα
όπου το μυθικό πουλί που έρχεται απ' το φωτεινό λιβάδι
κεντάει τους στίχους του με μια κλωστή από μουσική
και από όνειρο.
Και τραγουδάει τον Έρωτα.
Και τραγουδάει την πίστη, το θάρρος, την υπομονή.
Και την γλυκιάν ελπίδα που κρατάει εκείνους
που ονειρεύονται
- εκείνους που μπορούν ακόμα να ονειρεύονται -
όρθιους πάνω απ' το βάραθρο.
Κι απ' το βαθύ σκοτάδι.
από τη συλλογή Η μακρινή άγνωστη χώρα, 1999
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου