Θά ἔκοβα βαθιὰ
Ἕνα κενὸ θά ἄφηνα νὰ βγαίνει φῶς ἀμυδρὸ απ’ τὶς κομμένες φλέβες μου
Τὸ αἷμα θὰ χυνόταν στὸ δρόμο
Θάνατος κόκκινος ἀπίστευτα ἁπλὸς νὰ ρέει
Εἶναι σχεδὸν μιὰ εὐτυχία ὁ θάνατος τελικὰ
Μιὰ ἀποκρυστάλλωση συγκινήσεων
Στὴν ὀμορφιὰ ποὺ φτερουγίζει ἄσκοπα
Ἄδικα σπαταλιέται
Φυλάξτε βαθιά σας τό θάνατό σας
Μὴ τόν ξοδεύετε ἀνεμπόδιστα
Μὴν τὸν βάνετε στὸ χωματένιο χαμόγελο στὸ ψεύτικο δάκρυ
Κλείνει τὴ σάρκα στὸ μηδαμινὸ τῆς προσφορᾶς της
Χαϊδεύει ἡδονικὰ τὴ ματαιότητα μέ ἕναν ἀμύητο λόγο ἐρωτικό
Μὴν τὸν φοβᾶστε
Ζυγίζει διαρκῶς τὴν ἀξία τοῦ αἰώνιου
Δὲν εἶναι ἡ πρώτη φορὰ ποὺ τὸν καλῶ
Μὰ τώρα ἦρθε θαρρῶ
Μὲ ἕνα δυὸ φυλλαράκια κρύα
Ἕνα ματσάκι μυριστικὰ ἀγριολούλουδα ξερά
Γιάννης Γ. Μασμανίδης
από τη συλλογή Εύλαλη φιλαμαρτήμων ερημία, 2020
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου