Φορώ κοντά φουστανάκια με τιράντες κόκκινες
πλεγμένα κοτσιδάκια τα μαύρα μαλλιά
το παγωτό τρέχει στο τραγανό χωνάκι
η φωνή της μητέρας παρηγοριά και δροσιά
ξαπλωμένη αναπολώ τα μακροβούτια που τελείωσαν χθες
Κλαίω
γιατί μεγάλωσα
Μετρώ τα πάθη μου
Ανακατεύω μαρμελάδα δαμάσκηνο
Βουτάω τα μάτια στο αρχιπέλαγος των πνιγμένων μου πόθων
Ανασύρω ασπροκέντια ισόβιων ερώτων
Πίνω σπιτική λεμονάδα σε κρύσταλλο θυμωμένο
Ψάχνω το χαμόγελο μου στα βράχια που χτυπούσαμε χταπόδια
Δεν ήθελα να μεγαλώσω
Βγάζω στο σφυρί όλα μου τα δήθεν υπάρχοντα
Ξεφυλλίζω τα παλιά μου ποιήματα
-για κάψιμο είναι με ένδοξους αλαλαγμούς-
Σπάζω κομμάτια τα κοχύλια που μάζευα στην Αλόννησο
Γδέρνω τη μνήμη με όλα τα νύχια της απόγνωσης
Είμαι μεγάλη
δεν με συγχωρώ που τα φουστάνια μου δεν έχουνε πια
κόκκινες τιράντες
Φιλαρέτη Βυζαντίου
από τη συλλογή Πυρ εσώτερον, 2018