“Ομπρός, παιδιά, και δε βολεί μονάχος του ν' ανέβει ο ήλιος”
Άγγελος Σικελιανός
Χώρα του ίδρωτα του πόνου και του κάματου
με το τσαπί με το κουπί μέσα στον ήλιο
χώρα της φτώχειας του καημού του μισεμού
πώς τάχα μέσα απ' τη φωτιά ν' ανθίσεις πάλι;
Με τις νεράιδες και τους δώδεκα θεούς
με τις εξήντα Παναγιές και τους αγίους
ντυμένους τα λιβανωτά και τα παράπονα
με τις φθαρμένες τους τραγιάσκες στα κεφάλια
ίδιοι απαράλλαχτοι οι παππούδες στα χωριά
με ροζιασμένο το κορμί, ρακή και τάβλι
στον καφενέ με μάτια πάντα καθαρά
τις Κυριακές με τα καλά, πρώτο στασίδι.
Αχ, δε βολεί νά 'βγει ο ήλιος μοναχός
κι αυτοί που σπρώχνανε το κάρο κουραστήκαν
και τώρα, πες μου ποιητή, τι θ' απογίνουμε
στη λάσπη χρόνους και καιρούς γονατισμένοι.
Χώρα του μύθου της ελπίδας και του όνειρου
ποιος τάχα απ' όλους τους θεούς θα μας συντρέξει;
Δημήτρης Παπακωνσταντίνου
από τη συλλογή Μνήμες της ρίζας, 2020
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου