ο ήλιος έλαμνε στα κρύσταλλα
κάτασπρες οι πέτρες από τη γλώσσα της ροής
κι εμείς στις όχθες παίζοντας
τριγύρω γλαροπούλια κι ερωδιοί
και στις λάσπες βάτραχοι σαματατζήδες
σε κυνηγούσα κι έτρεχες
σαστισμένη ανάμεσα στα χόρτα
γλιστρούσες στη δροσιά και σ’ έσφιγγα
ώρες στην αγκαλιά μου κελαρύζοντας
μέχρι που κάποια στιγμή
θα γίνω πηγή μού φωνάζεις
μ’ έπιασαν τα γέλια ξεκαρδίστηκα
κι εσύ αμέσως άφαντη
από μακριά ακούγονταν νερά και αέρας
αλλά ολόγυρα σωπαίνοντας
μονάχα λυγαριές και πικροδάφνες
ώσπου κατάλαβα πως το ποτάμι είμ’ εγώ
βολίδα τότε σχίζοντας τη θάλασσα
έρχομαι αφρισμένος να σε βρω
Στάθης Κουτσούνης
από τη συλλογή Στου κανενός τη χώρα, 2020
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου