Το σπίτι άδειο. Μισερό. Χώρος οικείος και συνάμα ξενικός. Στέρεψαν οι λέξεις. Κοιτάζω το άφτιαχτο κρεβάτι. Κουρτίνες παλαιικές, που δεν πλυθήκανε αιώνες. Κοιτάζω το νεροχύτη όπου φύτρωσε η υγρασία. Ακούω μόνο διερχόμενα αυτοκίνητα και ένα μηχάνημα που παλεύει να ζεστάνει την θλίψη μου. Βρέχει έξω. Μέσα λάσπη. Με ζεσταίνει κάπως η νοητή παρουσία σου. Σε σκέφτομαι εκεί μακριά, εγκλωβισμένο στις δικές σου υγρασίες. Στέρεψαν οι λέξεις. Μπορεί και να νυχτώνει. Μπορεί και ο ουρανός να θύμωσε ή απλά το βλέμμα μου πίσω από δάκρυα να θολώνει.
Κατερίνα Λιάττζουρα
από τη συλλογή Κρεμμυδαποθήκη, 2020
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου